el arte de la fuga

24.7.06

O Stéphane

Έγραφα προσφάτως στην Id ότι αν στερέψω από εντυπώσεις θα αρχίσω να βγάζω από το συρτάρι μου παλιές ιστορίες και να που ευθύς αμέσως θα γράψω μια παλιά ιστορία, την οποία διηγιόμουν προσφάτως σε ένα βραζιλιάνο που γνώρισα εδώ και βγήκαμε χτες βράδυ, πρώτα πήγαμε στο θέατρο και μετά για φαγητό. Λοιπόν, είχαμε πιάσει μια κουβέντα περί Γαλλίας και περί του τρόπου που ορισμένοι Παριζιάνοι λένε oui και κάνουν ένα αχ μετά λες και τους κόβεται η ανάσα και πεθαίνουν από τη μια στιγμή στην άλλη. Του διηγήθηκα λοιπόν την πρώτη φορά που βρέθηκα αντιμέτωπη με το παράξενο αυτό είδος, ή μάλλον με μια ακόμη πιο παράξενη εκδοχή του.
Βρισκόμουν στο Παρίσι, πριν πολλά χρόνια, και συνήθιζα να κάνω μεγάλους περιπάτους, κουβαλώντας και κάποιο βιβλίο το οποίο διάβαζα σε πάρκα και καφενεία. Εκείνη την ημέρα επισκέφθηκα τους κήπους του Λουξεμβούργου, κάθισα σε ένα παγκάκι έβγαλα το βιβλιαράκι μου, που μακάρι να θυμόμουν ποιο ήταν και άρχισα να διαβάζω.
Δεν περνά πολλή ώρα και εμφανίζεται ωραιότατος νεαρός, γύρω στα τριάντα (εγώ ήμουν μικρή τότε), με υπέροχη πλισέ ασπρόμαυρη πουά φούστα, μαύρο πουκαμισάκι, κόκκινο σακάκι, δικτυωτό καλσόν και γόβα. Ντυμένος λίγο σαν θεία από την επαρχία, δηλαδή, και εξαιρετικά διακριτικά μακιγιαρισμένος.
Ο τύπος κάθεται δίπλα μου, εγώ παθαίνω τη σχετική αμηχανία και χώνομαι ακόμα πιο βαθιά στο βιβλίο μου.
"Μήπως έχετε ώρα;" με ρωτάει μετά από λίγα λεπτά.
"Δυστυχώς όχι" απαντώ εγώ και βουτιά πάλι στο βιβλίο.
"Μήπως έχετε φωτιά", με ξαναρωτάει μετά από λίγο.
"Φυσικά", απαντώ εγώ, βγάζω τον αναπτήρα, του ανάβω το τσιγάρο και ακόμα πιο βαθιά βουτιά στο βιβλίο μου.
"Συγγνώμη, να σας κάνω μια ερώτηση", συνεχίζει αυτός. "Πώς σας φαίνομαι; Μου πάνε τα ρούχα;"
Κόκαλο εγώ, αρχίζω να ψελλίζω διάφορα, ξέρετε, εγώ δεν είμαι από δω, τι να σας πω, πολύ χαριτωμένα μου φαίνονται.
Κι έτσι ξεκίνησε η κουβέντα με τον Στεφάν, που ήταν πράγματι 31, καθηγητής του τέννις, και έλεγε oui συνοδεύοντάς το με ένα αχ, που εμένα τότε μου φάνηκε ιδιοτροπία αυτού του έτσι κι αλλιώς περίεργου προσώπου, και μου δημιουργούσε το άγχος κάθε φορά πως θα μου μείνει από ανακοπή στο παγκάκι του Κήπου του Λουξεμβούργου.
Κουβέντα στην κουβέντα, κάποια στιγμή εγώ τόλμησα να αναφέρω κάτι περί ομοφυλοφιλίας και ο Στεφάν εξανέστη. Όχι και να τον περάσω για ομοφυλόφιλο, αν είναι δυνατόν. Εκείνου του άρεσαν τα κορίτσια όπως ισχυρίστηκε, αλλά και το να ντύνεται γυναικεία, και πολύ θα ήθελε να γνωρίσει μια καλή κοπέλα (εννοείται πως δεν ήμουν εγώ αυτή, αλλά πού να το ήξερε) και να ζήσουν μαζί αγαπημένοι και ευτυχισμένοι. Και να ανταλλάσσετε τις φούστες σας, σκέφτηκα εγώ, αλλά δεν τόλμησα να το πω, γιατί σκέφτηκα πως στην κυριολεξία θα έμενε από ανακοπή στο παγκάκι μετά το περίφημο oui.
Όλα μια χαρά λοιπόν, ο Στεφάν μου μίλησε για τη ζωή του και τη δουλειά του, και μετά μου πρότεινε να κάνουμε έναν περίπατο στον Κήπο. Γίναμε όπως θα φαντάζεστε η ατραξιόν του Λουξεμβούργου. Εγώ με ενδυμασία περιπάτου, τουτέστιν παντελόνι και παπούτσι ίσιο και άνετο, ο Στεφάν με τη γόβα και την πλισέ μίνι φουστίτσα, δεν συναντήσαμε άνθρωπο που να μη γυρίσει να μας κοιτάξει, πράγμα που ανταποδίδαμε, γιατί κάθε φορά που διασταυρωνόμασταν με κάποιον, μόλις τον προσπερνούσαμε γυρίζαμε κι εμείς απότομα, τον πιάναμε στα πράσα να μας κοιτάζει σε κατάσταση πλήρους συγχύσεως και ξεκαρδιζόμασταν στα γέλια...
Στο τέλος του περιπάτου, ο Στεφάν μου την έπεσε, ήθελε να ξαναβρεθούμε, του άρεσα πάρα πολύ, μου είπε, και θα ήθελε να τα φτιάξουμε, και να ζήσουμε ευτυχισμένοι και αγαπημένοι (ανταλλάσσοντας φούστες, εννοείται πάντα). Εγώ προσπάθησα να τα αποφύγω πολύ ευγενικά όλα αυτά, έτσι κι αλλιώς εγώ βρισκόμουν τότε στο Παρίσι γιατί εκεί δούλευε ο τότε καλός μου, αυτό προσπάθησα να του εξηγήσω είναι η αιτία που δεν μπορώ να σου δώσω το τηλέφωνό μου και φυσικά δεν μπορώ να τα φτιάξω μαζί σου, τι να του πω, πως φοράω πολύ μικρό νούμερο φούστα και δεν θα μας βόλευε σε τίποτα η ανταλλαγή;
Τον θυμάμαι πότε πότε και γελάω σαν ένα από τα πιο παλαβά πράγματα που μου έχουν συμβεί στη ζωή, αν και σε εκείνο το ταξίδι στο Παρίσι, μου συνέβαιναν διάφορα αστεία, και είχα τρομερές επιτυχίες στους πρωινούς περιπάτους, όσο ο τότε καλός μου εργαζόταν, επιτυχίες που δεν εκμεταλλεύτηκα, εννοείται, και που αν καμιά φορά στερέψω στ' αλήθεια από ιστορίες ίσως αναγκαστώ να τις βγάλω κι αυτές από το συρτάρι.
Μετά ανακάλυψα πως αυτός ο παράξενος τρόπος να λέει κανείς oui δεν χαρακτηρίζει αποκλειστικά νεαρούς καθηγητές του τέννις που τους αρέσει να κυκλοφορούν τα απογεύματα με γόβες και πουά πλισέ φούστα...
posted by Rayuela at 8:10 π.μ. 28 comments

Ανακαλύψεις στην μπλογκόσφαιρα...

Δεν προλαβαίνω να γράψω καθόλου τις τελευταίες μέρες, κυρίως γιατί όταν είμαι σπίτι προσπαθώ να τελειώσω αυτή την γ... μετάφραση, ή παρασύρομαι και χαζεύω διαβάζοντας τα ιστολόγια άλλων και γράφοντας διάφορα σχόλια σε Ιστοσυναντήσεις Ποιητικής Μετάφρασης και σε διάφορους μάγειρες που ξαφνικά αποφάσισαν να κερδίσουν με κάθε τρόπο τη Γυναίκα της ζωής τους ή απελπίστηκαν και το ρίξανε στους άντρες... Why not? Έχω ξεκινήσει να γράφω ένα ποστ που υποτίθεται πως πρόκειται να βγει μεγάλο, και ή δεν θα το σχολιάσει ουδείς ή θα ακούσω τα εξ αμάξης... Ευτυχώς, μία εκ των θυγατέρων της διαβόητης οικογενείας Βοργία, η Id, σε ένα από τα πρώτα σχόλια που μου έγραψε μου έδωσε την καλύτερη εξήγηση για την απουσία σχολίων: "ακόμη κ αν δεν βρίσκω τι να σχολιάσω γιατί με αφήνεις άφωνη! ". Καλή μου Id, ό,τι κι αν κάνω, όσα σάιτ με κάλτσες κι αν σου πασάρω, ποτέ δεν θα καταφέρω να σου ξεπληρώσω αυτή την υπέροχη αφοπλιστικά παρηγορητική φράση! Τέλος πάντων, προσπαθώ να μεταφράζω και να βολτάρω στο Μπουένος Άιρες, περιφέρομαι στο διαδίκτυο με διάφορα προσχήματα, και βασανίζω ένα ποστ (μια εντράδα, που λένε εδώ οι ισπανόφωνοι) και σήμερα θα γράψω δύο κουβέντες μόνο για κάποια ισπανόφωνα ιστολόγια που ανακάλυψα μόλις και πάλι δεν με αφήσανε να μεταφράσω και τα συστήνω ανεπιφύλακτα σε όποιον διαβάζει ισπανικά. Θα τα βρείτε όλα στην αριστερή στήλη με τα λίνκς αλλά και μέσα στο κείμενο.
Πρώτα το μπλογκ του Ντανιέλ Λινκ, συγγραφέα και καθηγητή Λογοτεχνίας στο πανεπιστήμιο. Δεν έχω δει πιο οργανωμένη δουλειά σε μπλογκ, εντάξει δεν είμαι και κανένας ειδικός, αλλά με εντυπωσίασε πάρα πολύ, πολλά θέματα, πολύ ενδιαφέρουσες εντράδες, γράφει κάθε μέρα... Όπως μου έλεγε το απόγευμα μια κοινή φίλη (δική μου και του Ντανιέλ Λινκ, εννοώ), σε κάποια φάση βρέθηκε για ένα χρόνο χωρίς πολλή δουλειά, με την υποτροφία Γκούγκενχάιμ κι ένα μισθό από κάποια εφημερίδα, στην οποία είχε όμως σταματήσει να δουλεύει, και έτσι ξεκίνησε αυτό το μπλογκ. Τρομερό! Ευχαριστήθηκα πολύ την εντράδα με τον τίτλο Χόφμανσταλ, όπου έχει ένα απόσπασμα από το κείμενο του Χόφμανσταλ "Επιστολή του Λόρδου Τσάντος" υποστηρίζοντας ότι ο γερμανός συγγραφέας ήταν ο πρώτος που συνέλαβε την ιδέα των ιστολογίων στις αρχές του 20ού αιώνα. Εγώ προσφάτως μετέφρασα την εν λόγω επιστολή, η οποία και δημοσιεύτηκε στο τελευταίο τεύχος της "Ποίησης", και είναι ένα από τα πράγματα που με κάνουν να νιώθω περισσότερο περήφανη στη ζωή μου... Είναι ένα υπέροχο κείμενο, το οποίο το ερωτεύτηκα τόσο πολύ, ώστε να ξεπεράσω το φράγμα της γλώσσας και του πολιτισμού που μας χώριζε και να το μεταφράσω, αν και το πρωτότυπο είναι όπως θα φαντάζεστε στα γερμανικά... Έτσι λοιπόν, εγώ και ο Χόφμανσταλ γίναμε για ένα διάστημα ένα ζευγάρι από αυτά που επικοινωνούν σε ουδέτερο γλωσσικά έδαφος, στα γαλλικά και στα ισπανικά εν προκειμένω... Αλλά η σχέση προχώρησε μια χαρά κι εγώ νομίζω πως δεν θα πρέπει να έχει παράπονα από μένα ο αγαπημένος Αυστριακός (το χρώμα για να θυμάμαι το λάθος, βλ. σχόλια!). Αναρωτιέμαι τώρα: ας πούμε ότι ένας Ολλανδός και μια Κινέζα συναντιούνται σε ένα μπαράκι στο Παρίσι, ερωτεύονται ο ένας τον άλλον και ξεκινούν μια παθιασμένη σχέση επικοινωνώντας προφανώς στα γαλλικά... Η ερώτηση είναι σε τι γλώσσα μιλά ή τέλος πάντων αναφωνεί ο καθένας στις πιο προσωπικές τους στιγμές;
Τέλος πάντων, το μπλογκ του Ντανιέλ Λινκ είναι ένα από αυτά που αξίζει τον κόπο να επισκεφθεί όποιος από εσάς διαβάζει ισπανικά. Το ίδιο και το "ινδικό χοιρίδιο" του Ολιβέιρο Κοέλο, που είναι ένας από τους πολλά υποσχόμενους νέους αργεντίνους συγγραφείς.
Η καλύτερη όμως των ανακαλύψεων ήταν η πολυσχιδής, πεσσοϊκή σχεδόν, προσωπικότητα του Ερνάν Κασιάρι, ο οποίος πειραματίζεται πολλαπλώς με τη λογοτεχνία των ιστολογίων... Από το ημερολόγιο της μέλλουσας βασίλισσας της Ισπανίας μέχρι το Ιστολόγιο μιας χοντρής γυναίκας και του μέντιουμ Χουάν Δάμασο, αλλά και τα δύο κανονικά ιστολόγιά του, όλα αξίζουν τον κόπο να τους ρίξει μια ματιά κανείς. Και υπάρχουν πολλές πιθανότητες να κολλήσει... Το μπλογκ του μέντιουμ είναι ένα από τα πιο διάσημα και με τους περισσότερους επισκέπτες στον ισπανόφωνο κόσμο, όπου ενίοτε τα σχόλια σε μια εντράδα (όπως καταλαβαίνετε, καθιερώνω τη λέξη εντράδα αντί του ποστ) ξεπερνούν τα δύο χιλιάδες. Αγαπημένη μου Id, δεν έχουν, βλέπετε, όλοι την ικανότητα να αφήνουν τους αναγνώστες τους άφωνους... Τον συμπονώ...
Όμως δεν θα σας γράψω περισσότερα, υπόσχομαι να τελειώσω την εντράδα με την οποία παλεύω το συντομότερο, θέλω να γράψω κάτι για την Ιστοσυνάντηση Ποιητικής Μετάφρασης που λαμβάνει χώρα αυτό το διάστημα κάπου εδώ κοντά μας... Επίσης μέχρι την Πέμπτη πρέπει να τελειώσω τη μετάφραση, το κείμενο για τη Γυναίκα της ζωής μου, και το βράδυ να πάρω το λεωφορείο και να ταξιδέψω 36 ώρες για να φτάσω στο Σάο Πάολο...
ΥΓ. Παρατηρώ ότι η λέξη "μπλογκ" έχει πληθυντικό αριθμό "τα ιστολόγια", είναι που δυσκολεύομαι και να το βάλω και να μην το βάλω το τελικά σίγμα, οπότε...
posted by Rayuela at 12:28 π.μ. 13 comments

18.7.06

La mujer de mi vida



La mujer de mi vida, ελληνιστί Η γυναίκα της ζωής μου, είναι το όνομα ενός περιοδικού το οποίο ερωτεύτηκα από την πρώτη βδομάδα που είμαι εδώ στην Αργεντινή, από την πρώτη φορά που το είδα. Είναι ένα περιοδικό για τη λογοτεχνία, την τέχνη και την ψυχανάλυση, με ιδιαίτερη αισθητική, χιούμορ, πολλά ανέκδοτα κείμενα νέων και λιγότερο νέων συγγραφέων. Πολύ ζωντανό. Η πρώτη εικόνα, μόλις από πάνω, είναι το τελευταίο του εξώφυλλο, που είχε θέμα "Αφεντικά". Αμέσως παρακάτω ένα σχετικά πρόσφατο τεύχος με τίτλο "Μου έχει ξανασυμβεί". Για μερικά τεύχη και ίσως να το ξανακάνουν, τα παιδιά της "Γυναίκας της ζωής μου" έβαζαν στη θέση του τίτλου το θέμα του συγκεκριμένου τεύχους, όπως σ' αυτό.


Ερωτεύτηκα το περιοδικό λοιπόν, αλλά δεν είχα κανέναν τρόπο να επικοινωνήσω με αυτούς που το έβγαζαν ή μάλλον δεν σκέφτηκα να τους στείλω ένα μέιλ και να τους το πω. "Γεια, είμαι ερωτευμένη με τη Γυναίκα της ζωής μου". Ταυτοχρόνως όμως, μεταξύ των βιβλίων που μας χάρισαν, υπήρχε κι ένα βιβλίο, όχι λογοτεχνικό, που μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρον και είχε τίτλο El reino de las mujeres (Το βασίλειο των γυναικών). Δεν ξέρω αν έχει τύχει να διαβάσετε ποτέ γι' αυτή την κοινωνία που βρίσκεται στα σύνορα μεταξύ Κίνας και Θιβέτ στην οποία κάνουν κουμάντο, ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό, οι γυναίκες. Εγώ πρέπει να έχω διαβάσει ένα σχετικό άρθρο σε ένα περιοδικό τύπου Marie-Claire πριν από περισσότερα από δέκα χρόνια και το θυμάμαι ακόμα πολύ έντονα, γιατί έχει τρομερό ενδιαφέρον η οργάνωση της κοινωνίας. Αρχηγός της οικογένειας είναι λοιπόν η γιαγιά, και ακολουθούν οι υπόλοιπες γυναίκες κατά σειρά ηλικίας. Γάμος δεν υπάρχει, σε κάθε σπίτι ζουν όλες αυτές οι γυναίκες με τα παιδιά τους και τους αδελφούς τους, οι άντρες είναι γενικά ολίγον χαραμοφάηδες. Οι σεξουαλικές σχέσεις είναι ελεύθερες και διαρκούν όσο διαρκεί ο έρωτας ή η επιθυμία μεταξύ των συμπαικτών, δεν συνδέονται με κανέναν τρόπο με τη δημιουργία οικογένειας. Κανείς δηλαδή δεν φαντάζεται ότι ένας εραστής ή μια ερωμένη μπορεί να αποτελέσει με οποιοδήποτε τρόπο την οικογένειά του. Το βιβλίο το έχει γράψει ο Ricardo Coler. O Ricardo είναι γιατρός, ταξιδεύει συχνά στην Ασία και έχει ένα κόλλημα με τις μητριαρχικές κοινωνίες και... είναι ο διευθυντής του περιοδικού Η Γυναίκα της ζωής μου, διόλου περίεργο αν το συνδυάσει κανείς. Τώρα γράφει ένα δεύτερο βιβλίο με θέμα τη λατρεία της Ζωντανής θεάς, ένα έθιμο μιας κοινωνίας επίσης στο Θιβέτ, αν θυμάμαι καλά, όπου διαλέγουν ένα κοριτσάκι και για δέκα χρόνια περίπου, μέχρι να του έρθει περίοδος, αυτό ζει σαν να ήταν μια ζωντανή θεά, με ιερείς, πιστούς, προσφορές. Μόλις πρωτοαδιαθετήσει, ή λίγο πριν, χάνει τον τίτλο του, και γίνεται μια πρώην θεά. Το Βασίλειο των γυναικών μού άρεσε πολύ, ψάχνω να βρω εκδότη να το βγάλει στα ελληνικά, και έτσι γνώρισα τον Ρικάρντο, ο οποίος μου έστειλε υλικό για το βιβλίο, καθώς και κάτι τρομερές φωτογραφίες που δυστυχώς δεν μπόρεσα να ανεβάσω στο μπλογκ (μπορείτε όμως να δείτε κάποιες εδώ) και, μια και του εξομολογήθηκα τον έρωτά μου για τη Γυναίκα..., μού έστελε και καμιά δεκαριά παλιά τεύχη του περιοδικού. Τελικά, βρήκα μια φωτογραφία του Ρικάρντο σε μια σελίδα με μια συνέντευξή του και υποθέτω ότι δεν θα τον πειράξει να την βάλω κι εδώ, γιατί τη βρίσκω καταπληκτική.

Επιστροφή, στο περιοδικό όμως. Το ακριβώς αποπάνω εξώφυλλο είναι από το τεύχος με τον τίτλο "Φθόνος" και αυτό που ακολουθεί είναι το "Δίνε του", "Πάρε δρόμο". Είναι το αγαπημένο μου ανάγνωσμα το βράδυ, ξημέρωμα δηλαδή, όταν πέφτω στο κρεβάτι και διαβάζω καμιά ιστορία μέχρι να αποκοιμηθώ επιτέλους. Υπάρχει τεύχος με τον τίτλο "Κρεβάτι", "Σάρκα" (αυτή θα τη φορτώσω οπωσδήποτε, είναι σούπερ), "Άρρωστοι από υγεία", "Πολιτικώς ορθοί", "Γελοίο", "Είναι αργά πια", "Εμμονές", "Τίποτα" (αυτό με ένα απολύτως άσπρο εξώφυλλο όπου είναι γραμμένη με αχνά γράμματα η λέξη "Nada").



Υπάρχουν κάποιες σταθερές σελίδες, με τίτλους όπως "Σου διηγούμαι την ανάλυσή μου", "Το υποσυνείδητο", "Ο εκλεκτός" (αυτό έχει ένα ανέκδοτο διήγημα και δέχονται συμμετοχές). Πολλές συμμετοχές συγγραφέων, κείμενα κοινωνικά, πολιτικά, ψυχαναλυτικά. Με δυο λόγια, το περιοδικό είναι κούκλα, έχει πλάκα, ωραία κείμενα. Ο δε έρωτάς μου για τη Γυναίκα της ζωής μου έδωσε καρπούς, με καλέσανε την προηγούμενη βδομάδα στη συνάντηση της συντακτικής επιτροπής κι έτσι γνώρισα, εκτός του Ρικάρντο, και τους υπόλοιπους βασικούς συνεργάτες, τον Σέρχιο, την Εουχένια, την Αμάλια, τη Λάουρα, την Καρολίνα. Και όταν λέμε καρπούς, όπως καταλαβαίνετε, υπάρχει και εγκυμοσύνη... Διότι συμφώνησα, δεσμεύτηκα μάλλον, σε μια στιγμή τρέλας, να τους γράψω ένα κείμενο για το τεύχος του Σεπτεμβρίου και για τη στήλη "Σου διηγούμαι την ανάλυσή μου"... Κάτι σαν ένα διηγηματάκι, περίπου, με θέμα την ανάλυσή μου. Οπότε τώρα, εγκυμονώ το περίφημο κείμενο, που θα το γράψω πρώτα ελληνικά και μετά θα το μεταφράσω και ο Ρικάρντο θα έχει την καλοσύνη να μου το διορθώσει. Όμως οι αναγνώστες αυτού του μπλογκ, θα έχουν την αποκλειστική τύχη, να διαβάσουν αυτό το κείμενο σε προδημοσίευση και μάλλον σε καλύτερη εκδοχή από αυτή που θα διαβάσουν οι Αργεντίνοι.
Επίσης, το περιοδικό διαθέτει και μπλογκ, στο οποίο γράφουν οι αναγνώστες, στέλνουν δηλαδή κάθε είδους κείμενα και τα παιδιά βάζουν ένα κάθε μέρα. Η επιλογή δεν είναι εύκολη, γιατί τα κείμενα σπάνια είναι της προκοπής, αλλά τι να κάνει κανείς. Πάντως, μπείτε στο σάιτ και ρίξτε μια ματιά, έχει ενδιαφέρον, και όποιος μπορεί να διαβάσει ισπανικά, ακόμα καλύτερα.


Αυτό είναι το πιο εικονογραφημένο ποστ μου, αλλά νομίζω πως είναι τόσο όμορφες όλες αυτές οι εικόνες...

Αυτά για τη γυναίκα της ζωής μου...

posted by Rayuela at 12:17 π.μ. 13 comments

17.7.06

Διάφορα ή πηγαίνοντας από δω κι από κει…

Έχω καταλήξει να κάνω εδώ πέρα αποκλειστικά γαστριμαργικό και πολιτιστικό τουρισμό, πολιτιστικό του τύπου εκδηλώσεις-παρουσιάσεις βιβλίων, άντε και κανένα θέατρο. Δουλεύω κιόλας κι έχω αγχωθεί να παραδώσω τη μετάφραση, χαζεύω και με τις ώρες στο ίντερνετ και στα μπλογκ. Γιατί, ιδού τι έπαθα… Εγώ για μια φορά στη ζωή μου ανακάλυψα το πνεύμα της οικονομίας (του χρόνου μόνον, του χρήματος είναι κάτι για το οποίο μάλλον δεν έχω ελπίδες, και ο χρόνος πολύς μου έπεσε, και το έριξα πάλι στη σπατάλη) και είπα όταν έφευγα από την Αθήνα «λοιπόν παιδιά για να μη γράφω στον καθένα σας από ένα τεράστιο μέιλ κάθε τρεις και λίγο να του λέω τα νέα μου, θα φτιάξω ένα μπλογκ και θα μπορείτε όλοι να βλέπετε πώς περνάω, και απλώς θα σας γράφω τις υποσημειώσεις, αυτά που θέλω να πω στον καθένα χωριστά»… Έτσι λοιπόν, έφτιαξα αυτό το έρημο μπλογκ, για να το διαβάζουν λέει οι φίλοι μου και να μαθαίνουν τα νέα μου… όμως, οι φίλοι μου λένε βέβαια ότι το διαβάζουν, αλλά επειδή μάλλον είναι ασυνήθιστοι σ’ αυτά, ούτε σχολιάζουν, ούτε καν, πλην σπανίων εξαιρέσεων, μου στέλνουν ένα μέιλ να μου πουν δυο κουβέντες και τα δικά τους νέα… Από την άλλη βρέθηκα ξαφνικά να επικοινωνώ με κάποιους αγνώστους που είδαν και σχολίασαν αυτά που έγραφα, μετά αυτοί οι άγνωστοι έγιναν γνωστοί, γιατί επισκέφθηκα τα δικά τους μπλογκ και διάβασα τα δικά τους κείμενα, κι αυτοί με έστειλαν σε άλλους ανθρώπους και σε άλλα κείμενα. Και βρέθηκα να σέρνομαι ξενύχτισσα από χωρίου εις χωρίον και τα λοιπά…
Λοιπόν, εκτός από το χρόνο που είμαι κολλημένη στον υπολογιστή, ιδού τι κάνω εδώ… τουτέστιν συνοπτική αφήγηση των τελευταίων ημερών…
Λοιπόν, πρώτα πήγα σε μια εκδήλωση της ελληνικής πρεσβείας, όπου με είχε καλέσει, κατά έναν τρόπο, μια ελληνίδα που γνώρισα προ ημερών, εξέχον μέλος της κοινότητάς μας εδώ και πρέσβειρα του ελληνισμού στην Αργεντινή, μια πολύ συμπαθητική κυρία που μιλάει κάτι γλυκύτατα ελληνικά, απόλυτη μετάφραση των ισπανικών, την ακούω και πεθαίνω. Όταν λέω δε το όνομά της στους φίλους μου τους Αργεντίνους, πεθαίνουν εκείνοι, διότι η οικογένεια Γεωργάλος (εδώ έτσι το λένε ή μάλλον Χεωρχάλος, αλλά πραγματικά αγνοώ πώς μπορεί να τονίζεται στα ελληνικά) διαθέτει βιομηχανία που παρασκευάζει διάφορα γκοφρετοειδή και άλλα τέτοια γλυκά και ζαχαρωτά, μεταξύ των οποίων και το λεγόμενο Mantecol, που δεν το έχω δοκιμάσει, αλλά όλοι εδώ το ακούνε και τους τρέχουν τα σάλια, αν και πρέπει να πρόκειται για κάτι παιδικό, όλοι το έτρωγαν όταν ήταν μικροί, και το οποίο πρέπει να μοιάζει με κάποιον ελληνικό χαλβά. Λοιπόν, είναι βλακεία, αύριο θα πάω να αγοράσω ένα μαντεκόλ και θα μάθω επιτέλους περί τίνος πρόκειται, πάντως εδώ είναι πασίγνωστο.
Επιστροφή στην εκδήλωση, με κάλεσε λοιπόν η κυρία Γεωργάλος, η οποία αφού τη χαιρέτησα στην είσοδο, εξαφανίστηκε, και εγώ έμεινα με καμιά τριανταριά σαρανταριά ανθρώπους που ο μέσος όρος ηλικίας τους δεν πρέπει να έπεφτε πολύ κάτω από τα ογδόντα. Τίτλος της ομιλίας el trasplante musical en America, και αν δεν έβαζε ο συνομήλικος των υπολοίπων ομιλητής πού και πού καμιά θαρθουέλα και διάφορες άλλες τέτοιες μουσικές, θα είχα κόψει τη φλέβα… Αν και είχε πολύ ενδιαφέρον η παρατήρηση των γύρω μου, κυρίως διάφορες πλισέ κυρίες, πολύ περιποιημένες, βαμμένο ξανθό μαλλί, κόκκινο κραγιόν, κομψό ντύσιμο…
Την επομένη όμως πήγα σε εκδήλωση σοβαρή και πέρασα υπέροχα. Ο Σίλβιο, που με φιλοξένησε στο σπίτι του στην Κόρδοβα, παρουσίαζε ένα βιβλίο εδώ στο Μπουένος Άιρες την Πέμπτη, κι έτσι πήγα στο espacio prometeo, που είναι ένα βιβλιοπωλείο και ολίγον γκαλερί, για την παρουσίαση… Ολίγον γκαλερί λέω, αλλά είχε μια έκθεση φωτογραφίας με θέμα «η ποιητική του χώρου, φόρος τιμής στον Γκαστόν Μπασλάρ» και είδα μια φωτογραφία υπέροχη, έμεινα ξερή, την ερωτεύτηκα, μέχρι που σκέφτομαι να ξαναπάω και να ρωτήσω πόσο κάνει, να την αγοράσω να τελειώνουμε… ήταν μια πισίνα, αλλά όλα τα στοιχεία έφτιαχναν μια τρομερή γεωμετρία, κι ένας άνθρωπος έτοιμος να βουτήξει… Δεν περιγράφεται όμως, εγώ ήλπιζα ότι θα το έβρισκα στο σάιτ τους και θα το έβαζα εδώ, ένα ποστ ολόκληρο μόνο του, αλλά φευ, δεν το βρήκα…
Επιστροφή στην παρουσίαση όμως, το πρώτο πολύ όμορφο πράγμα ήταν ότι συνάντησα πέντε έξι γνωστούς ανθρώπους, γνωστούς ο καθένας από άλλη πλευρά, και αυτό ήταν πολύ ωραίο, ξαφνικά αισθάνθηκα ότι είμαι εδώ στ’ αλήθεια, ξέρω κόσμο και τα λοιπά… Μετά γνώρισα ένα συγγραφέα βιβλία του οποίου έψαχνα εδώ και καιρό και δεν έβρισκα και χάρηκα πολύ… μιλήσαμε αρκετά και ανταλλάξαμε διευθύνσεις ηλεκτρονικές και συμβατικές… περιμένω να μου στείλει τα βιβλία του και ανυπομονώ να τον διαβάσω γιατί έχω ένα προαίσθημα ότι θα μου αρέσει… Και μετά πήγα για φαγητό με τον Σίλβιο, τη Σεσίλια και τις τρεις μικρές, οι οποίες με έχουν κατααγαπήσει, ξέρω κι εγώ γιατί… Από την άλλη, λέω ότι όταν αρχίσεις να μιλάς σε μια ξένη γλώσσα στα παιδιά, και μετά στα σκυλιά και στα γατιά, τότε έχεις απολύτως εγκλιματιστεί… εγώ είμαι ακόμη στα παιδιά, στα σκυλιά και στα γατιά μιλάω ελληνικά… επειδή δεν μπορούν να διαμαρτυρηθούν, υποθέτω… Όταν με γύρισαν σπίτι, η πιο μικρή, η πεντάχρονη Ανχελίνα ή Πούπι με αγκάλιασε τόσο σφιχτά για να με αποχαιρετήσει που κόντεψα να βάλω τα κλάματα, με συγκίνησε το παλιοκόριτσο…
Την Παρασκευή πήγα στην εβδομαδιαία συνάντηση της συντακτικής επιτροπής της Γυναίκας της ζωής μου, που είναι ένα πολύ όμορφο περιοδικό λογοτεχνίας, τεχνών και ψυχανάλυσης, στο οποίο υπόσχομαι ότι θα αφιερώσω ένα ειδικό ποστ αύριο, οπωσδήποτε… Μετά, γύρισα σπίτι, αγόρασα μια πίτσα και την έφαγα χαζεύοντας τηλεόραση… και μετά ξενύχτησα μέχρι τις εννιάμιση το πρωί… Γενικά, δεν κοιμάμαι εδώ, δεν με πολυπειράζει αυτό, αν και κάποιες μέρες είμαι τελείως πτώμα, αλλά έχω μια παράξενη ένταση, θετική, κάτι που έχει να κάνει με όλα αυτά τα καινούργια πράγματα που βλέπω εδώ, και δεν με πιάνει ύπνος παρά τα ξημερώματα…
Χτες πήγα το απόγευμα στα γενέθλια της φίλης μου της Ιρένε, που μας είχε καλέσει διάφορες φίλες της σε ένα ζαχαροπλαστείο και είχε πλάκα, αν και οι ηλικιωμένες κυρίες μιλούσαν πολύ για αρθριτικά, μασάζ και διάφορες άλλες αναστυλώσεις, και μετά πήγα σε ένα τραπέζι με κάποιους φίλους (Αρτούρο, Τσικίτα, Σίλβιο, Σεσίλια και μικρές) σε ένα ζευγάρι, που η κοπέλα έχει έναν μικρό εκδοτικό οίκο και ο άντρας της είναι μουσικός κι έβγαλε πρόσφατα ένα ροκ σιντί… Μένουν σε ένα πολύ παράξενο σπίτι, αρχιτεκτονικά εννοώ, κάπως αλλιώς ήταν πριν και έχει αναδιαμορφωθεί, αλλά πολύ όμορφα… Το μενού είχε διάφορα ανατολίτικα, από χούμους και παστουρμά, ντοματοσαλάτα και ελιές, μέχρι κάτι αραβικές πίτες με κιμά, όλα πολύ νόστιμα… Αλλά γενικά με κουράζει τρομερά να είμαι σε μια συντροφιά που να μιλάνε όλοι ταυτοχρόνως, δεν ξέρω πού να στρέψω την προσοχή μου και ζαλίζομαι, ήμουν και ψόφια από την αϋπνία, κι έτσι κάποια στιγμή κατέληξα στο υπνοδωμάτιο των αμφιτρυώνων και κοιμήθηκα μέχρι που με ξύπνησαν για να φύγουμε…
Σήμερα δούλευα και χάζευα στο ίντερνετ όλη μέρα και μετά πήγα με τον Θανάση, που είναι Έλληνας και ζει εδώ έξι χρόνια δουλεύοντας στο ελληνικό νηπιαγωγείο, και έναν φίλο του Ιταλό σε μια τρομερή πιτσαρία… Ακόμη και ο Ιταλός είχε πέσει ξερός από τις καταπληκτικές πίτσες... Το λέω εγώ, γαστριμαργικό τουρισμό κάνω… Τέλος πάντων, τρομερές πίτσες a la parilla, δηλαδή στα κάρβουνα, πολύ νόστιμες και πολύ ελαφριές, και κάτι πολύ ωραία σοκολατένια γλυκά μετά… και στη συνέχεια πέρασα μια βόλτα από το μπαρ της γειτονιάς μου, που είναι και ένα από τα πιο χάι του Μπουένος Άιρες, λέγεται El gran Danzón, danzón είναι ένας κουβανέζικος χορός, και σήμερα ανακάλυψα ότι κάνει καταπληκτικές μαργαρίτες, γιατί μέχρι τώρα έπινα τζιν τόνικ… αλλά η μαργαρίτα ήταν τέλεια και λέω να αρχίσω να δοκιμάζω τα κοκτέιλ του… (Στη σελίδα του μπορείτε να βρείτε ακόμη και το μενού και τα γλυκά του... και το καλύτερό του πρέπει να είναι τα κρασιά, έχει απίστευτα κρασιά, κάποια και πάρα πολύ ακριβά, αλλά δεν έχω δοκιμάσει, πάντα πηγαίνω αργά για ένα τελευταίο ποτό...)
Και μετά από όλα αυτά σπίτι, και πάλι χάζεμα στον υπολογιστή, και είναι πια περασμένες τρεις και μέχρι να το φτιάξω αυτό θα πάει τέσσερις… Και πάλι θα ξενυχτήσω απόψε, αλλά δεν πειράζει…
Από αυτά που διάβαζα σήμερα στα μπλογκ αντέγραψα μια φράση από τον Πεισίστρατο του Χειμωνά, και σας τη βάζω εδώ γιατί κάτι μου λέει, σαν θραύσμα μιας κουβέντας που γίνεται και δεν γίνεται: «Είσαι ένα αστείο πράγμα Πεισίστρατε. Έχεις μερικές βαρύγδουπες λέξεις και τις βροντάς κάθε τόσο, τι υλισμός της πεντάρας, κι εσύ πιστεύεις πως στρώνεις βαθυστόχαστες σκέψεις, περιμένεις κάθε σου έκφραση και κίνηση να προξενήσει συνταρακτική εντύπωση, να μας γεμίσει ερωτηματικά για τον λαβυρινθικό σου χαρακτήρα, φαντάζεσαι πως περπατάς με υπόκρουση βαγκνερική». Και στις ελληνικές εφημερίδες που διάβασα το Σαββατοκύριακο βρήκα διάφορες άλλες φράσεις, αυτές απερίγραπτες, ακατανόητες, τις οποίες σας μεταφέρω επίσης, μήπως και κανείς καταλάβει περί τίνος πρόκειται: «Κάτι με γυροφέρνει εδώ και πάρα πολύ καιρό. Θα πω μονάχα κάποιες λέξεις-κλειδιά. Υιοθεσία, παιδάκι και Ισλάμ. Δεν είμαστε, όπως βλέπετε, ευγνώμονες μόνο στην αρρώστια. Είμαστε ευγνώμονες και στη λογοτεχνία». Αυτό το παιδάκι ομολογώ πως με σκοτώνει, τι θα πει λέξεις-κλειδιά εν προκειμένω; Και αυτή η σε τέλεια ελληνικά διατυπωμένη ερώτηση της δημοσιογράφου: «Με την αρρώστια είχε κανείς πιο ευαίσθητες προσλαμβάνουσες;» Διάβασα όμως κι ένα τέλειο κείμενο που γέλασα πολύ και σας το συνιστώ, σε όσους δεν το διάβασαν τουλάχιστον… εδώ κι εδώ
Κατά τα άλλα, κάτι μου το έλεγε εμένα από την αρχή να μην τα εμπιστευτώ τα 7/8, τις γνωστές κάλτσες για τις οποίες έχω μιλήσει και παλαιότερα, και όχι το μουσικό μέτρο... Κατ' αρχάς, διότι στο δικό μου ποδι, ήταν δεν ήταν έξι τα όγδοα... Και προχτές την πάτησα κανονικά, άρχισα να νιώθω την κάλτσα να χαλαρώνει επικίνδυνα και τον κίνδυνο τα λειψά επτά ή έξι όγδοα να κατρακυλήσουν και να μεταμορφωθούν σε ένα και μοναδικό όγδοο και μάλιστα τσαλακωμένο γύρω από τον αστράγαλό μου, αυτόν τον κίνδυνο λοιπόν, να με απειλεί πολύ σοβαρά... Κι αφού πέρασα κανένα μισάωρο σταματώντας κάθε τρεις και λίγο και με όση κομψότητα μου είχε απομείνει τραβώντας την κάλτσα διακριτικά προς τα πάνω, πριν κατρακυλήσει κάτω από το γόνατο, στο τέλος αναγκάστηκα να μπω τρέχοντας σε σχετικό κατάστημα και να αγοράσω νέο σιντί, θέλω να πω νέο ζευγάρι κάλτσες, που πρέπει να ομολογήσω είναι πιο 7/8 από τις προηγούμενες και φαίνονται να στέκονται καλύτερα στο ύψος τους, και ελπίζω να μην ξαναβρεθώ στην ίδια δυσάρεστη θέση...
Αχ, λοιπόν, μετά από αυτό το απολύτως χύμα ποστ, χωρίς σειρά και πρόγραμμα, φαντάζομαι ότι δεν περιμένει κανείς να αναζητήσω φωτογραφίες για να το στολίσω κιόλας... Παρηγορηθείτε με τα λινκς σε Ελευθεροτυπία και Gran Danzón... Δεν αντέχω άλλο τρέχω για ύπνο...

Ενημέρωση: Τελικά, θυσιάστηκα και σε βάρος της γραμμής μου έφαγα μια ολόκληρη γκοφρέτα Μαντεκόλ, προκειμένου να σας ενημερώσω σχετικά με το πώς προκόβουν και πλουτίζουν οι συμπατριώτες μας εδώ στη μακρινή Αργεντινή. Είναι μεγάλη η άτιμη, αλλά νόστιμη, κατάλαβα γιατί όλοι τη θυμούνται και τους τρέχουν τα σάλια... Λοιπόν, το εσωτερικό είναι σαφώς επηρεασμένο από το χαλβά του μπακάλη, λίγο διαφορετικό στην υφή, η εκδοχή που έφαγα εγώ ήταν με μέλι και αμύγδαλα, έχουν και μία με γεύση καπουτσίνο, αλλά ο νεωτερισμός μού φαίνεται παρακινδυνευμένος. Το εξωτερικό είναι σοκολάτα, ελαφρώς πικρίζουσα. Μπροστά στο Μαντεκόλ, σοκοφρέτες και άλλες βλακείες που τρώγαμε εμείς παιδιά δεν έχουν καμία τύχη. Προτείνω λοιπόν να οργανωθούμε και να απαιτήσουμε την εισαγωγή του Μαντεκόλ στην πατρίδα. Τα παιδιά μας πρέπει να μεγαλώσουν με Μαντεκόλ! Πήρα και κάτι σοκολατάκια της βιομηχανίας Χεωρχάλος, με γέμιση dulce de leche. Αυτά ήταν απλώς συμπαθητικά... αλλά το Μαντεκόλ...
posted by Rayuela at 3:44 π.μ. 11 comments

15.7.06

Η Χιονάτη στο Hotel Memory




Στην ψυχαναλυτική βιβλιογραφία η πρώτη αναφορά στο σύνδρομο της Χιονάτης απαντάται στη μελέτη του Γκούσταβ Καρλ Γιουνγκ Ο άνθρωπος και τα σύμβολά του, στο δεύτερο κείμενο του παραρτήματος, όπου ο Γιουνγκ αναφέρεται συνοπτικά σε γνωστούς λαϊκούς μύθους και παραμύθια και στις διαφορετικές ψυχικές συγκροτήσεις που περιγράφονται σε αυτά. Στο εν λόγω κεφάλαιο ο Γιουνγκ τοποθετεί τον τύπο της Χιονάτης στην κατηγορία των εξωστρεφών προσωπικοτήτων. Στη μελέτη του Έρευνες πάνω στις μικρές ομάδες, ο Γουίλφρεντ Μπίον, ψυχαναλυτής μεταξύ άλλων και του Μπέκετ, περιγράφει την πρώτη καταγεγραμμένη περίπτωση συνδρόμου της Χιονάτης· πρόκειται για την ασθενή που εμφανίζεται με το κωδικό όνομα Μάρτα Μπλαιρ και η οποία ανήκε σε μικρή οκταμελή θεραπευτική ομάδα. Στην ερμηνεία του συνδρόμου ο Μπίον χρησιμοποιεί τη θεωρία του μερικού αντικειμένου, υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για καθήλωση του υποκειμένου στη φάση του μερικού αντικειμένου, κατακερματισμένου ωστόσο σε περισσότερα του ενός αντικείμενα. Στη μελέτη του Η έξοδος από το πένθος, υπέρβαση της απώλειας και επαναπροσδιορισμός του εγώ, ο Ζακόμπ-Λεβύ Μορένο, ιδρυτής της θεραπευτικής μεθόδου του ψυχοδράματος, υποστηρίζει ότι το σύνδρομο της Χιονάτης είναι αποτέλεσμα της απώθησης του πένθους για την απώλεια του μητρικού στήθους. Μυστικιστής ο ίδιος, συνδέει το εν λόγω σύνδρομο με τη λατρεία της μητρικής μορφής σε πολιτισμούς της Ινδίας και του Θιβέτ.
Στο βιβλίο του Τα οικογενειακά συμπλέγματα στη συγκρότηση του υποκειμένου, ο Ζακ Λακάν αρνείται την ύπαρξη του εν λόγω συνδρόμου, ενώ αντιθέτως αναφέρεται στο Σύνδρομο της μητριάς της Χιονάτης, υποκατηγορία της καθήλωσης στο στάδιο του καθρέφτη.


Το σύνδρομο της Χιονάτης, ωστόσο, εμφανίζεται σύμφωνα με τους υποστηρικτές του σε νεαρές γυναίκες μετεφηβικής περίπου ηλικίας, αν και συχνά έχουν παρατηρηθεί εμφανίσεις του σε πιο προχωρημένη ηλικία, καθώς και ενδιαφέρουσες περιπτώσεις καθήλωσης. Στους άνδρες εμφανίζεται σπάνια, σπανιότερα και από την υστερία, και όλοι οι ψυχαναλυτές συμφωνούν πως πρόκειται κατεξοχήν για σύνδρομο γένους θηλυκού.
Αποτελεί σημείο καμπής στη σχέση με τη μητέρα, κατά τη διάρκεια του οποίου το υποκείμενο βιώνει μια κατάσταση double bind (διπλού δεσμού) μεταξύ του πένθους του αναγκαστικού (επιτέλους!) απογαλακτισμού και της καχυποψίας απέναντι στη μητέρα, η οποία εκδηλώνεται μέσω του ανταγωνισμού με το μητρικό πρότυπο. Στις περισσότερες περιπτώσεις, προηγείται άλλο περιστατικό απώλειας, το οποίο το υποκείμενο απωθεί.
Το σύνδρομο της Χιονάτης το πέρασα σε ηλικία περίπου 22 χρονών, είχα μόλις βγει από μια οδυνηρή περίοδο κατά την οποία με βασάνιζε το Σύνδρομο της Κοκκινοσκουφίτσας, τουτέστιν, μόλις με είχαν βγάλει επιτέλους από την κοιλιά του κακού λύκου, καθότι ελλείψει γιαγιάς με είχε καταπιεί αμάσητη. Το σύνδρομο της Χιονάτης ήταν επίσης η αιτία που έμαθα να μαγειρεύω, διότι μέχρι τότε επέστρεφα κάθε Κυριακή από τη Θήβα στην Αθήνα, κουβαλώντας το καλαθάκι που μου έδινε η μαμά μου. Όταν όμως κυριεύτηκα από το εν λόγω σύνδρομο, με κατέλαβε και τρελή επιθυμία να φροντίζω, ως Χιονάτη, τους επτά νάνους, δηλαδή διάφορους φίλους και φίλες μου, να τους καλώ στο σπίτι μου και να μαγειρεύω διάφορα περίεργα φαγητά. Εννοείται πως οι προσπάθειές μου δεν στέφονταν πάντοτε από τεράστια επιτυχία, έκανα όλα τα λάθη που κάνει μια εικοσάχρονη όταν θέλει να εντυπωσιάσει τους συνομηλίκους της και ορισμένα από τα φαγητά που έφτιαχνα τότε, τα θυμάμαι τώρα με ρίγη φρίκης. Το σύνδρομο της Χιονάτης χαρακτηρίζεται επίσης από σχεδόν απόλυτη έλλειψη σεξουαλικής δραστηριότητας (και μην αρχίσουν τα κακόγουστα αστεία περί νάνων, πείτε κάτι πιο πρωτότυπο), καθότι το υποκείμενο, δηλαδή εγώ τότε, δεν είχε καμία διάθεση να βρεθεί στην επόμενη σκοτεινή κοιλιά και απέφευγε κάθε τέτοιο ενδεχόμενο. Εννοείται πως ένα από τα δευτερεύοντα συμπτώματα του συνδρόμου της Χιονάτης είναι η αναμονή του πρίγκιπα που θα τη βοηθήσει να περάσει στο επόμενο στάδιο ωρίμανσης (λίγο παθητικό ακούγεται, αλλά ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο).
Προσφάτως λοιπόν, από διαδικτυακό ξενοδοχείο, στο οποίο κάνω από καιρού εις καιρόν μια στάση –την οποία, αν και σύντομη, δεν θα χαρακτήριζα ολιγόωρη ανάπαυση– μας ζητήθηκε να αφιερώσουμε σε κάποιον απ’ τους συγκατοίκους μας ένα ποίημα ή ένα τραγούδι, δικό μας ή μεταφρασμένο…
Εδώ στην ξενιτιά, χωρίς τη βιβλιοθήκη μου, λίγα πράγματα μπορούσα να σκεφτώ. Επιπλέον, η ανάγνωση ποιημάτων στο διαδίκτυο μου φαινόταν κάτι εξαιρετικά ψυχρό και σχεδόν κανένα από τα ποιήματα που διάβασα δεν μου γέννησε ιδιαίτερη επιθυμία να το μεταφράσω. Άσε που δεν είμαι και καμιά φανατική αναγνώστρια ποίησης, ελάχιστα ποιήματα μου αρέσουν και λίγοι ποιητές επίσης (αν και, αν σκεφτώ ολόκληρη την ιστορία της ποιητικής δημιουργίας, εντάξει, δεν μένουνε και λίγοι τελικά). Διάβασα τότε ένα κείμενο στο ιστολόγιο l’esprit de l’escalier (ομολογώ ότι λατρεύω αυτήν τη γαλλική έκφραση, ένα παραπάνω επειδή είναι απίστευτα δύσκολο να μεταφραστεί στα ελληνικά, κι αυτό δεν είναι επαγγελματική διαστροφή, ανήκει στην κοινή κατηγορία «σε ξετρελαίνει αυτό που δεν σου κάθεται») με τον τίτλο "Το κορίτσι που δεν αφήνω πίσω μου", ταυτίστηκα ομολογώ λιγάκι, αν και την έχω πια περάσει αυτή τη φάση, θυμήθηκα το Σύνδρομο της Χιονάτης των 22 μου χρόνων, θυμήθηκα ένα ποιηματάκι του Λεοπόλδο Μαρία Πανέρο, που είναι ένας από τους ποιητές που μου αρέσουν, και σκέφτηκα να της αφιερώσω το εν λόγω ποίημα, το οποίο βλέπετε εδώ. Παρ’ όλα αυτά, όχι πολύ ικανοποιημένη, συνέχισα να ψάχνω ποίημα.
Μετά, εντελώς τυχαία, ο Θεόφιλος έγραψε και μου έστειλε ένα κειμενάκι ως απάντηση σε μια προηγούμενη κουβέντα περί μικρομυθοπλασίας, που είναι αυτό εδώ:

«Έτσι κι αλλιώς δεν θα μου καθόταν. Κάποιος από όλους αυτούς πρέπει να ήταν ο γκόμενός της», σκέφτηκε και δεν την φίλησε, αποφεύγοντας να ενδώσει σε μια μικρή χρήσιμη διαστροφή: να φιλήσει μια νεκρή. Εξαιτίας της ατολμίας του, έχασε τη γυναίκα της ζωής του, αλλά από την άλλη γλίτωσε από μια γκόμενα τόσο ξενέρωτη που μολονότι είχε μείνει για πολύ καιρό μόνη της δεν είχε τολμήσει να ενδώσει σε μια μικρή χρήσιμη διαστροφή: να πηδήξει έναν από τους εφτά νάνους.

Οι συμπτώσεις είναι για μένα ιερές, κι έτσι κρίθηκε η μοίρα της αφιέρωσης στο Hotel Memory, το ποίημα μεταφράστηκε και εγώ βρήκα μια ευκαιρία να σας μιλήσω για το Σύνδρομο της Χιονάτης, για το πώς άρχισα να μαγειρεύω και διάφορες άλλες τέτοιες ιστορίες.

posted by Rayuela at 5:37 π.μ. 7 comments

13.7.06

Το κόστος της ζωής

Το γεγονός ότι βρίσκομαι σε μια χώρα που τα πάντα είναι αρκετά φθηνά ώστε να αισθάνομαι τύψεις ενίοτε για την άνεση με την οποία κυκλοφορώ και ξοδεύω είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο μέχρι τώρα δεν έχω δώσει σχεδόν καμία πληροφορία περί του θέματος σε αυτό το μπλογκ. Όλα αυτά δεδομένου ότι η Αργεντινή έζησε πριν από πέντε περίπου χρόνια μια τρομερή κρίση, οι άνθρωποι έχασαν τις οικονομίες τους που είχαν στις τράπεζες και το νόμισμά τους υποτιμήθηκε τραγικά, με αποτέλεσμα την περίφημη εξέγερση που ίσως θυμάστε εικόνες από τα δελτία ειδήσεων και η οποία είναι γνωστή ως cacerolazo. Λοιπόν, ξεκινώντας, το πέσο, το νόμισμα της Αργεντινής, βρίσκεται σε μια αναλογία με το ευρώ περίπου τέσσερα προς ένα, ή για να είμαστε πιο ακριβείς, 3,70 ή 3,80 προς 1. Εδώ ακόμη θυμούνται την ένδοξη εποχή κατά την οποία η ισοδυναμία με το δολάριο ήταν ένα προς ένα, τώρα τρία προς ένα, και πολύ συχνά οι τιμές των ακριβών πραγμάτων δίνονται σε δολάρια, έτσι, για να μη σοκάρονται οι άνθρωποι. Αυτό συμβαίνει ας πούμε με τα σπίτια, τα αυτοκίνητα, ενίοτε και με τις τηλεοράσεις πλάσμα κτλ. Από μια παράξενη διαστροφή, παρατηρώ τις τιμές που είναι κολλημένες έξω από τα μεσιτικά γραφεία, και άρα μπορώ να πω πως με 130-150 χιλιάδες δολάρια μπορεί να αγοράσει κανείς ένα αξιοπρεπές σπίτι σε μια σχετικά καλή περιοχή. Στα πλάσματα θυμάμαι τις τιμές σε πέσος, που συνήθως πρέπει να κοιτάξεις καλύτερα το χαρτάκι για να τις βρεις, με 4000-12000 πέσος μπορείς να αγοράσεις ένα τέτοιο τέρας και να το βάλεις στο σαλόνι σου. Αυτοκίνητο δεν οδηγώ, τα ξεχωρίζω συνήθως αποκλειστικά με κριτήριο το χρώμα, και άρα δεν έχω ιδέα πόσα πρέπει να πληρώσει κανείς για να οδηγήσει ένα αξιοπρεπές γκρι μεταλλικό αυτοκινητάκι.
Το σπίτι στο οποίο μένω, που όμως δεν απευθύνεται σε ντόπιους άλλα σε τουρίστες, μου κοστίζει 600 δολάρια το μήνα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται όλα τα έξοδα, φως, νερό, γκάζι, δημοτικά τέλη, κοινόχρηστα, απεριόριστες αστικές κλήσεις και καθαρίστρια μία φορά την εβδομάδα. Παρεμπιπτόντως, έχω μια απίθανη καθαρίστρια, που πάντα έρχεται όταν δεν την περιμένω, ποτέ δεν μου πλένει τα πιάτα, αλλά μου στρώνει το κρεβάτι, αδειάζει το καλαθάκι με τα σκουπίδια στο μπάνιο, πράγμα που μου προκαλεί μεγαλύτερη ντροπή από το να μου έπλενε τα πιάτα, αλλά καθώς είναι απρόβλεπτη ποτέ δεν καταφέρνω να το κάνω πριν έρθει. Επίσης επιμένει να αλλάζει θέση στα νεσεσέρ με τα καλλυντικά μου και να τα μεταφέρει από το μπάνιο στην ντουλάπα, πράγμα που εννοεί να κάνει παρ’ όλο που κάθε φορά τα ξαναβρίσκει στη θέση από την οποία τα έβγαλε.
Για να πλύνω τα σεντόνια και τα ασπρόρουχα γενικότερα πληρώνω 8 πέσος για κάθε πλύση, τα σιδερώνουν κιόλας, και για να καθαρίσω τα ρούχα μου περίπου 5-10 πέσος ανά τεμάχιο.
Πολλά πράγματα έχουν σε πέσος μια τιμή που στην Ελλάδα θα ήταν η ίδια αλλά σε ευρώ. Τα τσιγάρα μου, Gitanes blondes, τιμώνται εδώ 3,50 πέσος, ενώ τα Καρέλια μου (χρυσή κασετίνα) στην Αθήνα, 3,80 ευρώ. Σε ένα ταξί πληρώνεις το λιγότερο 5 πέσος για μια σχετικά μικρή διαδρομή, το εισιτήριο του λεωφορείου (colectivo, εδώ) κάνει 0,80 πέσος για μέσα στην πόλη και 1,25 για τα πιο μακρινά προάστια, ενώ το μετρό 0,70.
Μπορείς να φας ακόμα και με 15 πέσος, αλλά ένα αξιοπρεπές γεύμα δεν πέφτει κάτω από 20-25 πέσος, δηλαδή να φας ας πούμε μια ωραία μπριζολίτσα με σαλάτα και να πιεις ένα ποτήρι κρασί κι έναν καφέ. Πίτσες και ζυμαρικά είναι φθηνότερα. Με καμιά 80αριά πέσος τρως στο εστιατόριο του Χίλτον κι εγώ έφαγα χτες το βράδυ στο κάζουαλ εστιατόριο του ακριβότερου ξενοδοχείου του Μπουένος Άιρες, όπου με 200 πέσος, δηλαδή 52,5 ευρώ φάγαμε δύο άτομα, τα οποία μοιραστήκαμε ένα πρώτο πιάτο, ο καθένας από ένα κύριο, ήπιαμε ένα μπουκάλι εξαιρετικό κρασί, νερό και από έναν καφέ. Για το ξενοδοχείο Faena όμως θα πω περισσότερα σε επόμενο ποστ. Η ιστοσελίδα κατά τη γνώμη μου το αδικεί, το δείχνει λίγο βλάχικο. Πρέπει να πω πως η διακόσμηση είναι διά χειρός Φίλιπ Σταρκ, αν και ο καλλιτέχνης στη συγκεκριμένη φάση πρέπει να έπασχε από κάποια διαταραχή προσωπικότητας, μόνο ο τεράστιος διάδρομος θυμίζει Σταρκ, αν και δεν είδα το καμπαρέ και τους άλλους χώρους για πιο σπηντάτη διασκέδαση και έχω εικόνα βασικά από τα εστιατόρια, το μπαρ και το χώρο της πισίνας, η οποία είναι simply perfect. Δεν μοιάζει με ξενοδοχείο, στην ουσία δεν έχει καν ρεσεψιόν, από τη στιγμή που κλείνεις το δωμάτιό σου, έχεις έναν προσωπικό οδηγό (Experience manager, η απόλυτη φρίκη δεν είναι;) που αναλαμβάνει όλα όσα σε αφορούν, λειτουργώντας ως θαλαμηπόλος, ρεσεψιονίστ, θυρωρός, υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων (;) και προσωπικός σου βοηθός.
Δερμάτινα, τσάντες, παπούτσια και τα λοιπά υπάρχουν σε διάφορες τιμές αλλά μπορεί κανείς να βρει συμπαθητικά πράγματα αρκετά φτηνά. Τα παπούτσια για τάνγκο που αγόρασα έκαναν 160 πέσος και μια πανέμορφη τσάντα 240, αλλά χτες είδα μια άλλη, τρομερά παιχνιδιάρα που έκανε 70, και στο ίδιο μαγαζί αγόρασα μια γλυκύτατη φουστίτσα μόνο με 49. Τα μαθήματα τάνγκο ή γιόγκα κάνουν 10 πέσος το μάθημα, το σινεμά από 3,5 μέχρι 5, και για τον Βόυτσεκ πλήρωσα εισιτήριο 8 πέσος, επειδή ήταν Τετάρτη, ενώ για το Ποτέ δεν ήσουν τόσο αξιολάτρευτη, πλήρωσα 30, είχε και με είκοσι και με σαράντα, αλλά, είπαμε, αυτό ήταν στη δεύτερη σκηνή του Σεφερλή. Κουρέματα, χτενίσματα, μασάζ και άλλες αισθητικές περιποιήσεις κοστίζουν ενίοτε και φθηνότερα από ό,τι στην Ελλάδα, εννοώ σε σχέση με τον αριθμό σκέτο, δηλαδή ένα μασάζ μπορεί να κάνει 20 πέσος. Και τώρα που είπα μασάζ, να τι χρειάζομαι οπωσδήποτε τις επόμενες μέρες.
Αρκετά ακριβά αν και ελαφρώς φθηνότερα από ό,τι στην Ελλάδα είναι όλα τα εισαγόμενα προϊόντα.
Για να ολοκληρώσω βέβαια τις πληροφορίες πρέπει να σας πω τι περίπου παίζει εδώ από πλευράς μισθών. Ας πούμε η υπάλληλος του σούπερ μάρκετ πρέπει να παίρνει ίσως και κάτω από 500 πέσος το μήνα, ένας δάσκαλος ή καθηγητής μετά βίας ίσως να ξεπερνά τα 1000, αλλά μπορεί και όχι. Ένας νέος υπάλληλος σε μια εταιρεία με μια σχετικά καλή θέση φτάνει δεν φτάνει τα 1500 και ένας διευθυντής μπορεί να παίρνει τρεις ή τέσσερις χιλιάδες. Ο φίλος μου ο Αρτούρο που είναι ένας από τους γνωστότερους ποιητές εδώ και κάνει ιδιαίτερα μαθήματα δημιουργικής γραφής και ιστορίας της λογοτεχνίας βγάζει από αυτό περίπου 300 ευρώ το μήνα. Ο φίλος μου ο Οκτάβιο, εις εκ των αδελφών Κούλες, ιδιοκτήτης εκδοτικού οίκου, πέρα από το ενοίκιο του σπιτιού του ξοδεύει 700 πέσος το μήνα.
Αυτά, αισθάνομαι εντελώς ως λογίστρια, μετά από όλα αυτά. Περισσότερες πληροφορίες θα δίνω κατ’ ιδίαν, αν κάποιος θέλει να μάθει πόσο κοστίζει κάτι συγκεκριμένο.
Ορίστε, εγώ σήμερα ήθελα να γράψω για τη Γυναίκα της ζωής μου, και βρέθηκα να μιλάω για το κόστος της ζωής… Στο επόμενο, θα ακολουθήσει η εν λόγω Γυναίκα…

ΥΓ. Στο Hotel Memory, μπορεί κανείς εκτός από το να διαβάσει τα κείμενα των ενοίκων περί καλοκαιρινών ερώτων, να δει και τις πολύ όμορφες εικόνες που εμπνεύστηκε από αυτά η Μυρτώ Δεληβοριά. Αυτή είναι η ζωγραφιά της για το δικό μου κείμενο και πολύ μου αρέσει.


posted by Rayuela at 3:02 μ.μ. 5 comments

11.7.06

Θέατρο…

Έξω από την πόρτα του υποκαταστήματος της Citibank που βρίσκεται κοντά στο σπίτι μου και από το οποίο σηκώνω χρήματα αρκετά τακτικά, συνήθως βρίσκεται μια γριά ζητιάνα, που σου ανοίγει την πόρτα ή σε καθοδηγεί πώς να βάλεις την κάρτα σου στο μηχάνημα ώστε να ανοίξει η πόρτα και σου ανοίγει πάλι την πόρτα για να βγεις περιμένοντας κάποια ελεημοσύνη.
Σήμερα τη συνάντησα σε ένα λεωφορείο, σε μια άλλη γειτονιά, πολύ μακριά από το σπίτι. Η αίσθηση ήταν κάπως παράξενη, σαν να συναντάς έναν γνωστό, που όμως δεν σε αναγνωρίζει. Σηκώθηκα τουλάχιστον και της προσέφερα τη θέση μου.
Όμως άλλα θέλω να σας πω σήμερα…
Το θέατρο εδώ μου προκαλεί μια ελαφρά αμηχανία, μια παροδική σύγχυση. Την ίδια περίπου που μου προκαλεί και η συνήθεια των ανθρώπων να ανταλλάσουν ένα μόνο φιλί, την οποία ωστόσο σιγά σιγά αποκτώ. Αλλά καμιά φορά, όταν είμαι αφηρημένη, μένω συνήθως μετέωρη έτοιμη να δώσω το δεύτερο φιλί στο άλλο μάγουλο, ενώ ο άνθρωπος που μόλις έχω συναντήσει ή αποχαιρετώ έχει ήδη απομακρυνθεί. Το αντίθετο μου συνέβαινε στη Γαλλία, με τα τρία φιλιά. Την ίδια αμηχανία που μου προκαλεί ο άμεσος και διακριτικός ταυτόχρονα τρόπος που φλερτάρουν οι Αργεντίνοι, καμία σχέση με τα δικά μας. Το θέατρο, ή τουλάχιστον οι δύο παραστάσεις που είδα την προηγούμενη βδομάδα, μου προκάλεσαν μια μικρή σύγχυση μέχρι να καταφέρω να μπω στους κώδικές τους, να τους αντιληφθώ και να απαντήσω στην ερώτηση αν αυτό που βλέπω μου αρέσει.
Η πρώτη παράσταση που είδα ήταν ο Βόυτσεκ του Μπύχνερ. Το έργο μου αρέσει πολύ, το έχω δει στο σινεμά, στην ταινία του Χέρτζογκ με τον Κλάους Κίνσκι, και μια φορά στο θέατρο, στη Γαλλία, σε μια παράσταση πολύ κομψή, στην οποία με είχε εντυπωσιάσει τρομερά το κινηματογραφικό σκηνικό. Στην εδώ παράσταση, στο κείμενο είχαν προστεθεί κάποια ποιήματα του Τσέλαν και αποσπάσματα κειμένων του Κάφκα, καθώς και κάποια επιπλέον πρόσωπα από άλλα έργα του Μπύχνερ. Ένας κομπέρ εισήγαγε τα πρόσωπα στη σκηνή και ενίοτε διέκοπτε τη δράση για να απευθυνθεί στο κοινό. Το σκηνικό απεικόνιζε ένα τσίρκο, ένα παρηκμασμένο σκουριασμένο κλουβί, και στο πίσω μέρος του εκτίθενταν σαν σε μια πινακοθήκη τεράτων όλα τα παράξενα πλάσματα αυτής της ιστορίας.

Πάνω από όλο αυτό μια επιγραφή από νέον με τη φράση «Στον καθένα το δικό του» στα γερμανικά, φράση που δέσποζε στην είσοδο του Μπούχενβαλντ. Στην αρχή όλα ήταν λίγο ξένα, προσπαθούσα να καταλάβω τι συνέβαινε μπροστά μου, και αν μου άρεσε αυτό που συνέβαινε. Ένα από τα εξαιρετικά ευρήματα της παράστασης ήταν ότι σε κάθε αλλαγή σκηνής, ο Βόυτσεκ ετοίμαζε το σκηνικό, τρέχοντας και ασθμαίνοντας, άνοιγε κι έκλεινε τις μεταλλικές πόρτες του κλουβιού, μετακινούσε αντικείμενα, έστηνε το χώρο, πάντα με τα γόνατα λυγισμένα και ενωμένα, σαν μαϊμού. Παντού υπήρχε κάτι το ζωώδες, κάτι το σκοτεινό, βία, ωμότητα, ο άνθρωπος στην πιο πλήρη εξαθλίωση, στον πιο απόλυτο εξευτελισμό. Και μια μαύρη, ωμή, σχεδόν απωθητική σεξουαλικότητα, που όμως λειτουργούσε πολύ άμεσα σωματικά. Η σκηνή της γιορτής, όπου η γυναίκα του Βόυτσεκ χορεύει περνώντας από αγκαλιά σε αγκαλιά ήταν συγκλονιστική. Νομίζω πως χάθηκε σχεδόν η ανάμνηση της κομψής εκείνης γαλλικής παράστασης...


Τη δεύτερη παράσταση που είδα, εντελώς διαφορετικού ύφους, μου τη σύστησε μια κοπέλα που γράφει μεταξύ άλλων κριτική θεάτρου σε κάποια περιοδικά. Έτσι βρέθηκα Σάββατο βράδυ έξω από το θέατρο Μπροντγουέι. Αν κάποιος με έβγαζε μια φωτογραφία την ώρα που περίμενα στην ουρά, νομίζω πως θα πλήρωνα όσο όσο για να την καταστρέψει. Υποτίθεται πως θα έβλεπα μια παράσταση σύγχρονη, ενός νέου αργεντίνου συγγραφέα, αλλά φανταστείτε μια κατάσταση περίπου του τύπου: παράσταση που έχει γίνει επιτυχία στο θέατρο του Νέου Κόσμου ας πούμε, μεταφέρεται την επόμενη χρονιά στη δεύτερη σκηνή του θεάτρου του Σεφερλή. Μια τεράστια αφίσα με ημίγυμνες πλαστικές γκόμενες και χυδαίους τύπους δέσποζε λοιπόν στην είσοδο του θεάτρου. Κοινό φρικτό, άσχετο, που χειροκροτούσε μετά το τέλος κάθε σκηνής. Και η παράσταση, ένα διαμάντι. Μου κόστισε λίγο μέχρι να συνηθίσω το πού βρισκόμουν, τι έβλεπα και ποιοι βρίσκονταν δίπλα μου. Και δυσκολεύτηκα επίσης με τη γλώσσα, γιατί οι ηθοποιοί συχνά μιλούσαν πολλοί μαζί και σε μια γλώσσα πολύ καθημερινή με αρκετές ψιλοαργκό εκφράσεις. Το έργο χρησιμοποιεί την τεχνική του βιοδράματος και ο συγγραφέας γράφει ουσιαστικά την προσωπική του ιστορία, ανασυνθέτει το οικογενειακό μυθιστόρημα. Η ιστορία είναι λίγο πολύ η ιστορία της οικογένειας της μητέρας του, μιας οικογένειας άξεστης, μικροαστικής, λίγο περίεργης. Μια μάνα που το παίζει κομψή, καλλιεργημένη και που δέχεται ακριβά δώρα από ανώνυμους θαυμαστές, τα οποία στην πραγματικότητα της τα στέλνει ο άντρας της. Ο νεαρός γαμπρός, λίγο πιο καλλιεργημένος, λίγο πιο κυριλέ, που έρχεται να γνωρίσει τους γονείς της καλής του, και υφίσταται μια απίθανη εξομολόγηση από το μέλλοντα πεθερό του, ο οποίος στην αρχή εγκωμιάζει τη γυναίκα του και αναρωτιέται αν της αξίζει για να καταλήξει πως έχει γνωρίσει μια γκόμενα, μια απλή, λαϊκή γυναίκα και σκέφτεται να περάσει την υπόλοιπη ζωή του μαζί της. Μια αλκοολική οικογενειακή φίλη που στην πρώτη της εμφάνιση κάνει μια αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας για να καταλήξει σε μια μάλλον επιτυχημένη στο τέλος του έργου. Εξαιρετική υποκριτική που δεν χαλάρωνε ούτε στιγμή, έξυπνες δραματουργικές και σκηνοθετικές ιδέες. Το δε καταπληκτικό τέλος είναι η επανάληψη της κεντρικής σκηνής, της πρώτης εμφάνισης δηλαδή του υποψήφιου γαμπρού στο σπίτι, μόνο που όλοι πια φορούν σμόκιν και τουαλέτες, είναι κομψοί, αριστοκρατικοί, κανείς δεν ντρέπεται για κανέναν και… αυλαία. Παράσταση αστεία, συγκινητική, με αναφορές πολύ οικείες.

Τελικά, μου άρεσαν και οι δύο παραστάσεις πολύ. Ήθελα να γράψω κι άλλα απόψε, αλλά πάλι ξημερώθηκα, οπότε η συνέχεια αύριο...
ΥΓ. (την επομένη): Ξέχασα να γράψω τον τίτλο της δεύτερης παράστασης: "Ποτέ δεν ήσουν τόσο αξιολάτρευτη". Και μου άρεσε τόσο πολύ, που βρήκα αμέσως μετά την ιστοσελίδα του συγγραφέα και του έστειλα μέιλ για να του το πω και να έρθω σε επικοινωνία μαζί του, αν και φοβάμαι πως τέτοιου τύπου κείμενα, τόσο αυτοβιογραφικά, δύσκολα περνάνε σε άλλη χώρα. Πάντως είναι καλή ιδέα, να κάνει κανείς θεατρικό έργο το οικογενειακό του μυθιστόρημα. Μπορεί να έχει και κανένα άλλο ενδιαφέρον έργο.
posted by Rayuela at 3:27 π.μ. 7 comments

8.7.06

Ορίστε, λοιπόν, από πράσινη, κόκκινη... Ακούς εκεί να μοιάζω με μπλογκ με τον τίτλο "βαζελοκατάσταση" (δεν είμαι και σίγουρη πως έτσι το λέγανε). Κόκκινες ομπρελίτσες λοιπόν, γιατί βρέχει κιόλας σήμερα...
Όσο κρατήσει κι αυτό...
posted by Rayuela at 8:22 μ.μ. 17 comments

Βαρέθηκα τις μαυρίλες... Όχι, μαύρη λοιπόν, αλλά πράσινη... Εδώ, πριν από πολλές μέρες, μπήκα σε ένα μαγαζί που πουλούσε διάφορα ανθοϊάματα και τέτοια εναλλακτικά. Μπήκα γιατί ήταν όμορφο απ' έξω και ήλπιζα ότι θα βρω κανένα φυτικό καλλυντικό, τύπου Κορρέ και Apivita, και η κυρία με ρώτησε ποιο χρώμα μου αρέσει. Όταν της απάντησα "σ' αυτή τη φάση το πράσινο", μου είπε πως αυτό δείχνει πως είναι εποχή που πρέπει να πάρω σημαντικές αποφάσεις, πως έχω την αίσθηση ότι από τις αποφάσεις μου θα κριθούν πολλά, ίσως πως έχω πολλές προσδοκίες, αυτό δεν το θυμάμαι, το λέω εγώ, επειδή το πράσινο μου φαίνεται πολύ αισιόδοξο. Σε άλλες φάσεις της ζωής, μου φαινόταν και τελείως κουκουρούκου χρώμα. Αλλά τώρα, πράσινη...
Έμαθα κι ένα πολύ δυσάρεστο νέο προ ολίγου, και ξαφνικά το μαύρο μου φάνηκε σαν τάφος...
posted by Rayuela at 4:40 μ.μ. 6 comments

7.7.06


Πληθυντικός αριθμός

Χρησιμοποιούσε άραγε πληθυντικό ο στρατηγός Ντε Γκωλ όταν απευθυνόταν στη Στρατηγίνα, ακόμη και στις πλέον ιδιαίτερες στιγμές τους; Κύριος οίδε, αλλά έτσι λένε τα κουτσομπολιά. Κι εγώ με αφορμή μια κουβέντα στο μπλογκ του αγαπητού Αθήναιου, αλλά και ένα κείμενο του Μιχάλη Μητσού με θέμα τους νέους κανόνες συμπεριφοράς που επικρατούν στη Νέα Υόρκη, σκέφτηκα να γράψω δυο λόγια περί πληθυντικού αριθμού και «ετικέτας» ίσως γενικότερα…
Όταν δημιουργούνται νέες συνθήκες του σχετίζεσθαι, αναγκαστικά τίθεται εκ νέου και η συζήτηση περί κανόνων συμπεριφοράς. Εν προκειμένω, όχι στη Νέα Υόρκη αλλά στις οθόνες των υπολογιστών μας…
Αλλά θα ξεκινήσω από τον πληθυντικό αριθμό. Και να ξεκαθαρίσω ότι δεν ανήκω στους πολύ θερμούς πιστούς του, με απασχολεί ωστόσο ιδιαίτερα το ζήτημα των αποστάσεων και θεωρώ πως πρέπει να τηρούνται. Επίσης τελευταία έχω συνειδητοποιήσει ότι το βιαστικό πέρασμα στον ενικό, εμπεριέχει μύρια όσα κακά και πονηρά. Παραδείγματα: συνεργάζομαι εδώ και κάποια χρόνια με επιστήμονα που επιμελείται επιστημονικά τις μεταφράσεις μου ενός συγκεκριμένου συγγραφέα, δεν έχουμε προσωπικές σχέσεις, παρ’ όλο που κατά διαστήματα η συνεργασία μας είναι στενή· εξακολουθεί να μου μιλά στον πληθυντικό, καθώς και να μου γράφει αντιστοίχως στα e-mail που ανταλλάσσουμε. Εννοείται πως κι εγώ κάνω το ίδιο και εννοείται πως αυτό εμπεριέχει επίσης και την εκτίμηση του ενός για τη δουλειά του άλλου. Αντιθέτως, έχω πάει πριν από χρόνια σε επαγγελματικό ραντεβού, για μια θέση σε εκδοτικό οίκο και επί μιάμιση ώρα, εγώ μιλούσα στον πληθυντικό, και ο συνομιλητής μου μου απευθυνόταν σε έναν ενικό που διανθιζόταν από προσφωνήσεις του τύπου «κούκλα μου», «γλυκιά μου» και άλλα τέτοια. Στο τέλος μου είπε ότι θα με προσλάβει επειδή με θεωρεί «πολύ γλυκιά» και επειδή του άρεσε η φάτσα μου, τέλος πάντων προφανώς ούτε εκείνος με προσέλαβε ούτε εγώ ήθελα τη δουλειά του. Σ’ εμάς τις γυναίκες το να μας απευθύνονται στον ενικό, που είναι και το συνηθέστερο (μιλάω ωστόσο για τα επαγγελματικά), συνήθως θέτει και διάφορα επιπλέον ζητήματα, με μια δόση σεξισμού ή έστω πατερναλισμού. Φαντάζομαι ότι σε επαγγέλματα όπως του Αθήναιου, αλλά και γενικότερα σε όσα η ιεραρχία είναι αυστηρή και ενίοτε σχεδόν στρατιωτική (μπριγάδα λέγεται η ομάδα των μαγείρων, δεν είναι τυχαίο), ο πληθυντικός είναι συχνότερος απ’ ό,τι σε άλλα όπου είναι πιο θολές οι σχέσεις ιεραρχίας.
Επίσης, κάθε γλώσσα έχει τα δικά της τερτίπια σε σχέση με τον πληθυντικό: ας πούμε, μου φαίνεται πως τα αγγλικά δεν έχουν πληθυντικό, θέλω να πω πως, δεδομένου ότι δεν υπάρχει γραμματική διαφοροποίηση, άλλα πράγματα είναι αυτά που σηματοδοτούν την επισημότητα, την απόσταση ή το σεβασμό μεταξύ των συνομιλητών. Τι νόημα έχει ο πληθυντικός όταν μπορείς να πεις στον άλλον fuck you; Αυτό μου θυμίζει μια ξαδέλφη μου, μεγαλωμένη με όλους τους κανόνες της ευγένειας, που κάποτε είχε πει στον μπαμπά μου «Σκατά να φάτε, θείε μου»! Στα γαλλικά ο πληθυντικός χρησιμοποιείται πολύ περισσότερο απ’ ό,τι στα ελληνικά, εμείς οι μεταφραστές το έχουμε στο νου μας όταν μεταφράζουμε και πράττουμε αντιστοίχως. Εδώ κολλάει και ο Στρατηγός με τη Στρατηγίνα. Τα ισπανικά έχουν έναν παράξενο πληθυντικό, όπου το ρήμα χρησιμοποιείται στο τρίτο πρόσωπο, κάτι που όταν το σκέφτεται κανείς φαίνεται αστείο, είναι λίγο σαν τους υπηρέτες στα παλιά βιβλία ή τις ταινίες που ρωτούν «θα δειπνήσει ο κύριος κόμης;», εννοείται πως ρωτούν τον κύριο κόμη. Εδώ, στην Αργεντινή, για τον ενικό χρησιμοποιούν ένα δεύτερο πρόσωπο πολύ μεικτό, με αντωνυμία στον πληθυντικό vos και το ρήμα στον ενικό ή περίπου (υπάρχει βέβαια και η κανονική τριτοπροσωπη φόρμα ευγενείας, αν και δεν είναι τόσο συχνή όσο αλλού). Όταν όμως μιλούν σε πολλούς ανθρώπους, χρησιμοποιούν πάντα τον πληθυντικό (τον γνωστό τριτοπρόσωπο, διότι στα ισπανικά υπάρχει διάκριση έτσι ώστε να μπορείς να μιλάς και σε περισσότερους ανθρώπους στον πληθυντικό).
Δεν επιμένω γενικά στον πληθυντικό, ωστόσο δεν μου αρέσει να μου μιλάνε στον ενικό οι ταξιτζήδες, οι περιπτεράδες, κτλ., κυρίως μάλιστα όταν ο ενικός είναι το όχημα της αγένειας (μικρή κοπέλα είσαι, δεν μπορείς να περπατήσεις πεντακόσια μέτρα, λέει ο ταξιτζής· εννοείται πως αν μου μιλούσε στον πληθυντικό θα με πήγαινε και στην πόρτα μου, και δυστυχώς δεν εκτιμώ το κομπλιμέντο σχετικά με την ηλικία μου). Παρ’ όλα αυτά υπάρχει και ο ενικός, όπου η οικειότητα ούτε προσβλητική είναι ούτε αγενής, αντίθετα έχει νοιάξιμο και είναι ευπρόσδεκτη. Πάλι ταξιτζής: πριν από πολλά πολλά χρόνια, πήρα ένα ταξί κουβαλώντας δύο σακ-βουαγιάζ και φεύγοντας από το σπίτι του τότε αγαπημένου μου, μετά από τρικούβερτο καυγά, στη διαδρομή έβαλα τα κλάματα, και θυμάμαι ακόμα τον ηλικιωμένο κύριο που μου είπε: «γιατί κλαις, κορίτσι μου, τι σου συμβαίνει;» και μέχρι να φτάσουμε στου Ζωγράφου προσπαθούσε να με παρηγορήσει με ανώφελες αλλά πολύ γλυκές θυμοσοφίες, του τύπου «ο χρόνος είναι ο καλύτερος γιατρός». Δεν θα προτιμούσα να μου είχε μιλήσει στον πληθυντικό.
Τώρα όμως, τι γίνεται στις οθόνες μας, πώς μιλάμε μεταξύ μας άνθρωποι που δεν γνωριζόμαστε μεν, αλλά ενίοτε επιτρέπουμε ο ένας στον άλλον να διαβάσει πράγματα πολύ προσωπικά μας, ή ανταλλάσσουμε απόψεις για τα πλείστα όσα, μεταφερόμενοι από την κρεβατοκάμαρα στην τραπεζαρία, κι από το σαλόνι στο πεζοδρόμιο (με την καλή έννοια); Υπάρχουν κανόνες ευγενείας και ποιοι είναι αυτοί; Ας πούμε, ασχέτως ενικού ή πληθυντικού, εγώ αισθάνομαι υποχρεωμένη να απαντώ όταν μου απευθύνουν το λόγο, ακόμα και μέσω e-mail, σχολίου στο blog ή ΜΣΝ στο κινητό. Μου έκανε τρομερή εντύπωση, όταν προσφάτως απάντησα σε μια ερώτηση που μέσω e-mail απευθυνόταν σε πολλούς παραλήπτες, τον αποστολέα δεν τον γνώριζα, απάντησα όμως προσωπικά, και περίμενα μια απάντηση, ένα απλό ευχαριστώ. Είναι παράλογο; Λέει λοιπόν ο Αθήναιος, πέραν των επαγγελματικών του ιεραρχιών (όπου κι εκεί φαντάζομαι υπάρχει ποικιλία συμπεριφορών και ερμηνειών των κανόνων που επιβάλλει η ιεραρχία), πως ο πληθυντικός στο blog μάς κάνει να μιλάμε με κάποιο γούστο (αλλά αυτό είναι άλλη κουβέντα, θέλω να πω πως το γούστο που επιλέγει εμπεριέχει τον πληθυντικό, αλλά γίνεται και αλλιώς), πως λειτουργεί ως προστατευτικό δίχτυ και είναι και μια κάποια πόζα. Εμένα πάλι μου φαίνεται κυρίως πόζα (και δεν το λέω αρνητικά, δεν έχω τίποτα εναντίον της πόζας) και όταν τον χρησιμοποιώ (εννοείται πως όταν μου απευθύνονται στον πληθυντικό, απαντώ στον πληθυντικό), το κάνω κυρίως για να μην καταργήσω πολύ βιαστικά αποστάσεις που προσθέτουν γούστο στην επικοινωνία, όχι γιατί θέλω να διατηρήσω τις αποστάσεις, αλλά γιατί θέλω να απολαύσω περισσότερο τη διαδικασία της σταδιακής τους μείωσης. Θέλω να πω ότι ο πληθυντικός μου φαίνεται εξαιρετικά φλερτίστικος, γι’ αυτό και ο Αθήναιος δέχεται εκδηλώσεις λατρείας, ακόμη και προτάσεις γάμου με προίκα αγνό παρθένο ελαιόλαδο (σας πειράζω και πάλι, αγαπητέ!). Έτσι, το προστατευτικό του δίχτυ παραμένει μεν δίχτυ αλλά δεν ξέρω πόσο προστατευτικό είναι, και ποιον προστατεύει.
Δεν ξέρω λοιπόν ποιοι είναι οι κανόνες ευγενείας στο χώρο των μπλογκ και του διαδικτύου, χαίρομαι όμως που δεν θα χρειαστεί να απαντήσω στην ερώτηση αν μπορεί να καπνίσει κάποιος μαριχουάνα στο μπλογκ μου και που δεν πρέπει να μετράω την απόσταση ανάμεσα στα γόνατά μου για να μην ξεπεράσω τα δεκαπέντε εκατοστά (αυτοί είναι κανόνες συμπεριφοράς στην ευγενική νέα Νέα Υόρκη, όπως τις μεταφέρει ο Μ. Μητσός). Νομίζω πως μεταφέρει κανείς και τροποποιεί αντιστοίχως τους κανόνες που εφαρμόζει και στην υπόλοιπη ζωή. Και ομολογώ πως απολαμβάνω τον πληθυντικό του Αθήναιου, γιατί πράγματι έχει γούστο.
ΥΓ. Μπορεί κάποιος να μου πει πως γίνεται να κάνεις λινκ μέσα στο κείμενο; Δεν ξέρω ποιον να ρωτήσω εδώ στην ξενιτιά και θα ήθελα να παραπέμπω έτσι όταν αναφέρομαι σε κάποιο άλλο κείμενο ή όνομα. Φωτογραφίες το κείμενο δεν έχει, γιατί βαριόμουν να ψάξω στο διαδίκτυο κάτι σχετικό με την "ετικέτα".

ΥΓ2. Τελικά είπα νά βάλω μια φωτογραφία με χορευτές τάνγκο, ενός χορού που και κανόνες αυστηρούς έχει, αλλά και πολύ αυτοσχεδιασμό. Και επειδή νομίζω πως ήρθε η ώρα να ξαναρχίσω μαθήματα, μια και βρέθηκα στην πατρίδα του χορού. Θα πάω να αγοράσω παπουτσάκια λοιπόν και από βδομάδα, στην πίστα...

posted by Rayuela at 12:55 μ.μ. 25 comments

5.7.06

Κόρδοβα, ποίηση και πειραματισμός



Το θέμα του συνεδρίου λοιπόν ήταν «Ποίηση και πειραματισμός», γινόταν στη φιλοσοφική σχολή της Κόρδοβας, εμείς φτάσαμε με αεροπλάνο την Παρασκευή το πρωί και πήγαμε τρέχοντας στο πανεπιστήμιο για να δούμε το ματς. Σε γιγαντοοθόνη στην αίθουσα του μεταπτυχιακού. Μεγάλη πίκρα όμως, και μεγάλη αδικία, γιατί οι Αργεντίνοι παίξανε πολύ καλύτερα και ήταν τεράστια γκαντεμιά ο τραυματισμός του αγαπημένου μου Pato Αμποναντσιέρι.
Αφού πενθήσαμε λοιπόν όσο χρειαζόταν, επανήλθαμε στα ποιητικά και τα πειραματικά. Αλλά ας ξεκινήσουμε από τα τουριστικά:
Η Κόρδοβα είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Αργεντινής ή η δεύτερη σημαντικότερη, αυτό λένε οι Κορδοβέζοι, γιατί την ίδια πρόταση αλλά με άλλο υποκείμενο λένε οι Ροσαρίνοι, δηλαδή οι κάτοικοι του Ροσάριο. Είναι παλιά πόλη και καλά διατηρημένη, εδώ έδρασαν οι Ιησουίτες και ακόμα τα μοναστήρια και οι παπάδες είναι ιδιοκτήτες ενός μεγάλου μέρους της πόλης.
Μας φιλοξένησαν ένα ζευγάρι φίλοι του Αρτούρο, που είναι και οι δύο στο πανεπιστήμιο, ο ένας καθηγητής και η άλλη κάνει το διδακτορικό της και ανήκει στην ερευνητική ομάδα. Είναι και οι δύο μικρότεροι από μένα αλλά έχουν τρία κοριτσάκια 11, 8 και 5 χρονών. Γενικά, οι άνθρωποι που γνωρίζω εδώ είναι παντρεμένοι, και μάλιστα παντρεμένοι από πολύ νέοι. Και όσο κι αν φαίνονται εν γένει ευτυχισμένοι (αυτό μάλλον επειδή είναι πολύ εκδηλωτικοί και σωματικά και λεκτικά), υποθέτω ότι βρίσκομαι στο βασίλειο της μοιχείας, δεν μπορεί να γίνεται αλλιώς. Ο Σίλβιο και η Σεσίλια λοιπόν, που μας φιλοξένησαν σε ένα πάρα πολύ όμορφο σπίτι, μια μεγάλη μονοκατοικία πολύ χρωματιστή, είναι και οι δύο παιδιά ψυχαναλυτών (για την ακρίβεια και οι δύο γονείς του ενός και η μαμά της άλλης), έτσι οι τρεις μικρές αντί να παίζουν το γιατρό με τους φίλους και τις φιλενάδες τους, παίζουν τον ψυχαναλυτή και λένε ξάπλωσε και πες μου τα προβλήματά σου! Η δε Σεσίλια μας έλεγε ότι ανακαίνισε το σπίτι με το σκεπτικό όταν οι κόρες της αρχίσουν να πηδιούνται να μπορεί να έχει η καθεμία το δωμάτιό της...
Για μένα είναι πολύ ευχάριστη έκπληξη το ότι ο κόσμος που ασχολείται εδώ με τα λογοτεχνικά, τα πολιτιστικά ή τα καλλιτεχνικά αποτελείται από κανονικούς ανθρώπους, όχι ψώνια όπως πολύ συχνά συμβαίνει στην Ελλάδα. Δεν νομίζουν ότι είναι οι σπουδαιότεροι άνθρωποι του κόσμου, είναι μάλλον σεμνοί. Επίσης αυτοί που γράφουν ξέρουν, κι αυτοί που ξέρουν γράφουν, δηλαδή, οι λογοτέχνες και οι ποιητές ξέρουν και θεωρητικά πράγματα, γράφουν δοκίμια, δεν «εκφράζονται» όπως συνηθίζεται πολύ στην Ελλάδα (θυμάμαι κάποτε μια κουβέντα σε κάποιο μπαρ με νεαρό λογοτέχνη και ζωγράφο, τέλος πάντων δηλαδή, που μας έλεγε ότι δεν διαβάζει για να μην επηρεάζεται, και σιγά δηλαδή, ο Νίτσε διάβαζε;). Τέτοια όπως τα της παρενθέσεως, δεν τα βρίσκεις στην Αργεντινή ή είναι πολύ σπάνια. Και οι θεωρητικοί, οι πανεπιστημιακοί γράφουν ποίηση ή πεζογραφία, αλλά χωρίς έπαρση, χωρίς ναρκισσισμό. Ας πούμε, στην αρχή ο Αρτούρο μου πρότεινε να μείνω σε μια μαθήτριά του, καμιά πενηνταριά χρονών, και τώρα σκεφτείτε εσείς τι θα περιμένατε να συναντήσετε στην Ελλάδα αν σας έλεγαν ότι μια κυρία πενήντα χρονών κάνει ιδιαίτερα μαθήματα με έναν ποιητή και γράφει ποιήματα…. Ουδεμία σχέση λοιπόν, μια συμπαθέστατη γυναίκα, καθόλου ψώνιο. Γενικά εδώ οι άνθρωποι θέλουν να μαθαίνουν, υπάρχουν άπειρα σεμινάρια, πολλοί παραδίδουν μαθήματα, υπάρχει μια ενεργητική στάση απέναντι στη δημιουργία, όχι όμως ψωνίστικη. Πολλοί είναι αυτοί που παρακολουθούν σεμινάρια δημιουργικής γραφής, ποίησης, θεάτρου. Κι αυτό μου φαίνεται σημαντικό, πως δηλαδη οι άνθρωποι θέλουν να μάθουν κάτι, δεν νομίζουν ότι τα ξέρουν όλα εκ γενετής.
Το συνέδριο λοιπόν στην Κόρδοβα ήταν πολύ ενδιαφέρον, οι περισσότεροι εισηγητές που παρακολούθησα ήταν σχετικά νέοι ερευνητές. Και οι κορυφαίες του στιγμές για μένα ήταν τρεις:

Πρώτη: μετά από ένα στρογγυλό τραπέζι που ήταν αφιερωμένο στον φίλο μου τον Αρτούρο και ήταν αρκετά ενδιαφέρον, ακολούθησε μια συνομιλία μεταξύ Αρτούρο και Σίλβιο Ματτόνι σχετικά με κάποια πειραματικά ποιήματα που είχε γράψει ο Αρτούρο στην αρχή της ποιητικής του καριέρας: Γραπτό με νυκτογράφο και Στιγμή Συμμετρίας. Θα ήθελα πολύ να μπορούσα να σας βάλω στο μπλογκ το δεύτερο, που είναι ένα ποίημα-έναστρος ουρανός, άσπρα γράμματα πάνω σε άσπρο φόντο, σαν αστερισμοί και το στερέωμα να χωρίζεται από έναν άξονα, τον άξονα του χρόνου. Και στο τέλος της συζήτησης ο Αρτούρο διάβασε ένα εξαιρετικό κείμενο, το οποίο περιμένω να μου στείλει με μέιλ γιατί θέλω πολύ να το ξαναδιαβάσω.

Δεύτερη: Ο χιλιανός ποιητής Μαρτίν Γκούμπινς παρουσίασε το βιβλίο του Άλμπουμ, ένα ποιητικό ταξιδιωτικό ημερολόγιο στην Ευρώπη, το οποίο συνόδευσε με ένα πολύ αστείο βίντεο σχετικά με το πώς φτιάχτηκε το βιβλίο και διάβασε κάποια ποιήματα. Πειραματική ποίηση, οπτική, κάθε ποίημα ήταν και μια εικόνα σχετική με την πόλη για την οποία μιλούσε. Εξαιρετική η Αγία Οικογένεια της Βαρκελώνης, τα ποδήλατα όντα του Άμστερνταμ, οι σκάλες της Βρετανικής Βιβλιοθήκης, οι θόλοι της Φλωρεντίας. Και η ανάγνωση ήταν συγκλονιστική. Ο τύπος έφερνε την πραγματικότητα των ήχων και των εικόνων μέσα στο ποίημα. Και όλο αυτό ταίριαζε τόσο πολύ με όλα όσα σκεφτόμουν την προηγούμενη εβδομάδα περί απεικόνισης της πραγματικότητας μέσα από τη λογοτεχνία. Δεν μπορώ να σκανάρω τα ποίηματα από το βιβλίο του Μαρτίν, που εννοείται πως αγόρασα, αλλά μπορώ να σας παραπέμψω σε ένα αγγλικό του ποίημα περί χρόνου, που ανακάλυψα εν συνεχεία στο ίντερνετ. Λέγεται Μέσα στο φούρνο μικροκυμάτων και θα το βρείτε εδώ: http://www.pores.bbk.ac.uk/3/Movie2.html.


Τρίτη: Η διάλεξη της Andrea Giunta για τα σκίτσα και τα ημερολόγια του León Ferrari. Δεν θα σας πω πολλές λεπτομέρειες, απλώς θα σας βάλω μια-δυο φωτογραφίες από έργα του Φερράρι. Η μία ανήκει σε μια σειρά από αισθησιακές φωτογραφίες, πάνω στις οποίες είναι τυπωμένα σε γραφή μπράιγ ποιήματα του Μπόρχες, για να αγγίζει ο τυφλός Μπόρχες τα γυναικεία σώματα. Το δεύτερο είναι από μια σειρά με τον τίτλο «Φόρος τιμής στο προφυλακτικό».


Οι δύο φωτογραφίες είναι από το σάιτ του Λεόν Φερράρι, http://www.leonferrari.com.ar/.

Κατά τα άλλα στην Κόρδοβα γνώρισα πολλούς ενδιαφέροντες και εξαιρετικά συμπαθητικούς ανθρώπους, έκανα μια βόλτα στα βουνά και πήγα στην Άλτα Γράσια, όπου επισκεφθήκαμε το σπίτι του Τσε Γκεβάρα. Θα σας βάλω φωτογραφίες, εκεί για κάποιο λόγο αισθανόμουν πιο άνετα ως τουρίστας, κι έβγαλα κάμποσες. Από το κουνημένο ποδήλατο του Τσε μέχρι τον Σίλβιο και τον Γκουστάβο να ταΐζουν τα περιστέρια σε μια σκηνή απείρου κωμικότητας. (Ο Γκουστάβο Λόπες είναι ζωγράφος και έχει έναν εκδοτικό οίκο, μαζί με άλλους υποθέτω, στην Μπαΐα Μπλάνκα, βγάζουν ένα πολύ όμορφο περιοδικό και μικρά βιβλιαράκια-αντικείμενα, και όποιος διαβάζει ισπανικά μπορεί να τους βρει στο www.revistavox.org.ar, το έβαλα και στα links μου.)
Το μόνο κακό του συνεδρίου είναι ότι μας πήγαιναν για φαγητό σε ένα εστιατόριο της συμφοράς, κι έτσι έφαγα ψιλοχάλια, αν εξαιρέσω το κυριακάτικο τραπέζι που μας έκαναν οι ψυχαναλυτές γονείς του Σίλβιο, όπου ο μπαμπάς του είχε φτιάξει σπιτικά ζυμαρικά, με τα χεράκια του, χωρίς μηχάνημα καν, νοστιμότατα, και δοκίμασα μερικά εξαιρετικά αργεντίνικα κρασιά. Ήδη πρέπει να αρχίσω να αναζητώ κάποια από αυτά στα εδώ καταστήματα και σούπερ μάρκετ.
Μετά την ελαφρά μελαγχολία της εβδομάδας, το Σαββατοκύριακο ήταν απολαυστικό, πνευματικά ερεθιστικό και, αν και γευστικά ξεκίνησε φτωχά, έκλεισε με εξαιρετικό γεύμα και όλα τα κακά λησμονήθηκαν.

ΥΓ. Κάπου κόλλησα με τις φωτογραφίες, αργότερα θα ανεβάσω φωτο-άλμπουμ της Κόρδοβας.

posted by Rayuela at 1:12 μ.μ. 2 comments


Τι έκανα τόσες μέρες που χάθηκα…

Έχω μέρες να γράψω και τώρα πρέπει να αρχίσω να διηγούμαι ένα σωρό πράγματα, νέα των τελευταίων πέντε ή έξι ημερών.
Μέρος 1ον, λοιπόν, η προηγούμενη βδομάδα: Εβδομάδα κατά την οποία προσπάθησα να ακολουθήσω τις συμβουλές του Αθήναιου, περιστασιακού συγκάτοικου σε διαδικτυακό ξενοδοχείο (και για τον Αθήναιο και για το Hotel Memory δείτε παραπλεύρως στη λίστα με τα λινκς διότι δεν ξέρω πως το κάνουν αυτό μέσα στο κείμενο), μόνο που τα κατάφερα κατά το ήμισυ, δηλαδή βγήκα κι έφαγα μόνη μου αλλά δεν κατάφερα να το κάνω νωρίς όπως με συμβούλεψε, κι έτσι δεν απήλαυσα την ιδιαίτερη φροντίδα της κουζίνας.
Τη μια φορά κατάφερα να βγω γύρω στις έντεκα, πήγα σε ένα εστιατόριο στο Παλέρμο, ονόματι Μεσημβρινός 58, και τουλάχιστον έφαγα πολύ καλά. Πρώτο: μπρι με καβουρντισμένα αμύγδαλα και λιαστή ντομάτα τυλιγμένο μέσα σε φύλλο και σαλάτα, κύριο: αρνάκι Παταγονίας με σάλτσα φραγκοστάφυλου, επιδόρπιο: γκανάς σοκολάτας με σως από φρούτα του δάσους. Με δύο λόγια, κτηνωδία, από θερμιδικής απόψεως τουλάχιστον. Το δε αρνάκι Παταγονίας, αριστούργημα. Όσον αφορά την προσοχή της κουζίνας, έτυχα της προσοχής μόνο ενός νεαρού σερβιτόρου ή ίσως βοηθού μάγειρα, γιατί σαν να μου φάνηκε πως βγήκε από την κουζίνα, ο οποίος ασχολήθηκε μαζί μου επισταμένως και με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αλλά αυτό θα το σχολιάσω παρακάτω.
Κατά τα άλλα δεδομένου ότι ήταν πολύ αργά, το εστιατόριο ήταν σχεδόν άδειο και μοιράστηκα το χώρο με δύο ζευγάρια, για την ακρίβεια το ένα από τα δύο δεν έμοιαζε ζευγάρι, ίσως πρώην που βρίσκονταν μετά το χωρισμό, είχε έναν πολιτισμό που έκρυβε διάφορα άλλα από κάτω, αλλά το πιο ενδιαφέρον ήταν το δεύτερο… Σχεδόν τη στιγμή που έφτασα, η κοπέλα που σέρβιρε τούς πήγε ένα γλυκό μ’ ένα κερί, ατομικό γλυκό δηλαδή, με ένα κερί που κάλυπτε σχεδόν όλη την επιφάνειά του. Τέλος πάντων, ο άντρας έσβησε το κερί, άρχισαν τα φιλιά και τις αγκαλιές. Εν τω μεταξύ ήρθε το δικό μου φαγητό, και λίγο αργότερο ένιωσα ότι κάτι συνέβη, η κοπέλα σηκώθηκε εκνευρισμένη και φόρεσε το παλτό της. Ο τύπος σηκώθηκε, φόρεσε κι αυτός το παλτό του, είχαν μόλις πληρώσει, μόνο που φορώντας το παλτό του πέταξε κι ένα ποτήρι από το διπλανό τραπέζι, αλλά δεν έδωσε την παραμικρή σημασία, έφυγαν. Η σερβιτόρα ήρθε με τη σκούπα, παραξενεμένη που έφυγαν έτσι, δίχως λέξη, να μαζέψει τα γυαλιά. Με κοίταξε και το σχολίασε. Το πάτωμα είχε γεμίσει γυαλιά, σαν να είχαν σπάσει πολλά ποτήρια.
Κατά τα άλλα, ο θεός με δοκιμάζει και ρίχνει στο δρόμο μου κάτι αγοράκια σαν τα κρύα τα νερά, από τον εν λόγω βοηθό μάγειρα μέχρι έναν άλλον που με περίμενε έξω από το εστιατόριο, με αποτέλεσμα ο βοηθός μάγειρα να επιμένει να μου καλέσει ταξί. Μόνο που είναι πολύ μικρά και αυτό με κάνει να συνειδητοποιώ πως έχω μεγαλώσει, ποτέ άλλοτε δεν μου την έπεφταν τόσοι μικρότεροί μου άντρες.
Η δεύτερη έξοδός μου για μοναχικό δείπνο δεν είχε ιδιαίτερες περιπέτειες, μόνο ένα νόστιμο ριζότο με θαλασσινά και την ανακάλυψη ενός πολύ συμπαθούς μπαρ-εστιατορίου, ονόματι Milion. Πολύ κοντά στο σπίτι μου, ωραία μουσική, καλό φαγητό, συμπαθητικός κόσμος, σε έναν εξαιρετικά ωραίο χώρο, στη φωτογραφία που βλέπετε πάνω αριστερά.
Κατά τα άλλα βόλτες ατελείωτες στους δρόμους. Αν την πρώτη εβδομάδα παρατηρείς ότι το Μπουένος Άιρες είναι γεμάτο locutorios, μικρά καταστήματα που προσφέρουν πρόσβαση στο ίντερνετ, τηλεφωνικούς θαλάμους, υπηρεσίες φαξ και σκάνερ, τη δεύτερη βλέπεις ότι είναι επίσης γεμάτο κομμωτήρια και μέρη όπου μπορείς να κάνεις αποτριχώσεις, μασάζ, μανικιούρ-πεντικιούρ και ό,τι άλλο παρόμοιο. Στα δυο τετράγωνα γύρω από το σπίτι μου μπορεί και να υπάρχουν δέκα τέτοιου είδους χώροι.
Κατά τα άλλα, μαθαίνω σιγά σιγά τη γλώσσα της καθημερινής ζωής, η οποία διαφεύγει συνήθως από κάποιον που η βασική του επαφή με τη γλώσσα είναι τα λογοτεχνικά βιβλία, και τα λιγοστά καθημερινά που ξέρει τα έχει μάθει στην Ισπανία, τα οποία ουδεμία σχέση με αυτά που μιλιούνται εδώ. Είναι αστείο γιατί όταν η κουβέντα είναι σοβαρή και κουλτουριάρικη αισθάνομαι τρομερή ασφάλεια για τα ισπανικά μου, όταν όμως στρέφεται στα καθημερινά, με πιάνει τρομερό άγχος ότι δεν θα καταλάβω τι μου λένε. Άλλωστε όσο κι αν αναφέρονται τα βιβλία που έχει μεταφράσει ή διαβάσει στην καθημερινή ζωή, σπάνια έχει χρειαστεί σε έναν ήρωα μυθιστορήματος (ηρωίδα έστω) να περιγράψει λεπτομερώς τη συζήτησή που κάνει προκειμένου να αποτριχώσει τα πόδια της ή να αγοράσει κάλτσες. Έτσι, έμαθα ας πούμε ότι τα 7/8, που στην Ελλάδα είναι κυρίως μουσικό μέτρο, εδώ είναι είδος κάλτσας που σταματά λίγο ψηλότερα από το γόνατο.
Με έπιασε μια ψιλομελαγχολία την προηγούμενη εβδομάδα, κάτι κάποιες συναντήσεις που αναβλήθηκαν, κάτι η δική μου ανοργανωσιά, βρέθηκα να περάσω δύο μέρες ολομόναχη, δηλαδή βόλτες, δουλειά στο σπίτι, φαγητό μόνη μου είτε εντός είτε εκτός… ήρθα και μελαγχόλησα. Ευτυχώς όμως ο φίλος μου ο Αρτούρο μου πρότεινε εκδρομούλα το Σαββατοκύριακο στην Κόρδοβα, με αφορμή ένα ποιητικό συνέδριο στο οποίο ήταν καλεσμένος. Αποφάσισα να πάω και πέρασα τέλεια, αλλά αυτό θα είναι το θέμα του αμέσως επόμενου ποστ. Δηλαδή, αυτού που θα γράψω αμέσως τώρα, αλλά θα το χωρίσω γιατί μου φαίνεται ότι είναι κουραστικά τα σεντόνια.
posted by Rayuela at 11:30 π.μ. 2 comments