el arte de la fuga

11.7.06

Θέατρο…

Έξω από την πόρτα του υποκαταστήματος της Citibank που βρίσκεται κοντά στο σπίτι μου και από το οποίο σηκώνω χρήματα αρκετά τακτικά, συνήθως βρίσκεται μια γριά ζητιάνα, που σου ανοίγει την πόρτα ή σε καθοδηγεί πώς να βάλεις την κάρτα σου στο μηχάνημα ώστε να ανοίξει η πόρτα και σου ανοίγει πάλι την πόρτα για να βγεις περιμένοντας κάποια ελεημοσύνη.
Σήμερα τη συνάντησα σε ένα λεωφορείο, σε μια άλλη γειτονιά, πολύ μακριά από το σπίτι. Η αίσθηση ήταν κάπως παράξενη, σαν να συναντάς έναν γνωστό, που όμως δεν σε αναγνωρίζει. Σηκώθηκα τουλάχιστον και της προσέφερα τη θέση μου.
Όμως άλλα θέλω να σας πω σήμερα…
Το θέατρο εδώ μου προκαλεί μια ελαφρά αμηχανία, μια παροδική σύγχυση. Την ίδια περίπου που μου προκαλεί και η συνήθεια των ανθρώπων να ανταλλάσουν ένα μόνο φιλί, την οποία ωστόσο σιγά σιγά αποκτώ. Αλλά καμιά φορά, όταν είμαι αφηρημένη, μένω συνήθως μετέωρη έτοιμη να δώσω το δεύτερο φιλί στο άλλο μάγουλο, ενώ ο άνθρωπος που μόλις έχω συναντήσει ή αποχαιρετώ έχει ήδη απομακρυνθεί. Το αντίθετο μου συνέβαινε στη Γαλλία, με τα τρία φιλιά. Την ίδια αμηχανία που μου προκαλεί ο άμεσος και διακριτικός ταυτόχρονα τρόπος που φλερτάρουν οι Αργεντίνοι, καμία σχέση με τα δικά μας. Το θέατρο, ή τουλάχιστον οι δύο παραστάσεις που είδα την προηγούμενη βδομάδα, μου προκάλεσαν μια μικρή σύγχυση μέχρι να καταφέρω να μπω στους κώδικές τους, να τους αντιληφθώ και να απαντήσω στην ερώτηση αν αυτό που βλέπω μου αρέσει.
Η πρώτη παράσταση που είδα ήταν ο Βόυτσεκ του Μπύχνερ. Το έργο μου αρέσει πολύ, το έχω δει στο σινεμά, στην ταινία του Χέρτζογκ με τον Κλάους Κίνσκι, και μια φορά στο θέατρο, στη Γαλλία, σε μια παράσταση πολύ κομψή, στην οποία με είχε εντυπωσιάσει τρομερά το κινηματογραφικό σκηνικό. Στην εδώ παράσταση, στο κείμενο είχαν προστεθεί κάποια ποιήματα του Τσέλαν και αποσπάσματα κειμένων του Κάφκα, καθώς και κάποια επιπλέον πρόσωπα από άλλα έργα του Μπύχνερ. Ένας κομπέρ εισήγαγε τα πρόσωπα στη σκηνή και ενίοτε διέκοπτε τη δράση για να απευθυνθεί στο κοινό. Το σκηνικό απεικόνιζε ένα τσίρκο, ένα παρηκμασμένο σκουριασμένο κλουβί, και στο πίσω μέρος του εκτίθενταν σαν σε μια πινακοθήκη τεράτων όλα τα παράξενα πλάσματα αυτής της ιστορίας.

Πάνω από όλο αυτό μια επιγραφή από νέον με τη φράση «Στον καθένα το δικό του» στα γερμανικά, φράση που δέσποζε στην είσοδο του Μπούχενβαλντ. Στην αρχή όλα ήταν λίγο ξένα, προσπαθούσα να καταλάβω τι συνέβαινε μπροστά μου, και αν μου άρεσε αυτό που συνέβαινε. Ένα από τα εξαιρετικά ευρήματα της παράστασης ήταν ότι σε κάθε αλλαγή σκηνής, ο Βόυτσεκ ετοίμαζε το σκηνικό, τρέχοντας και ασθμαίνοντας, άνοιγε κι έκλεινε τις μεταλλικές πόρτες του κλουβιού, μετακινούσε αντικείμενα, έστηνε το χώρο, πάντα με τα γόνατα λυγισμένα και ενωμένα, σαν μαϊμού. Παντού υπήρχε κάτι το ζωώδες, κάτι το σκοτεινό, βία, ωμότητα, ο άνθρωπος στην πιο πλήρη εξαθλίωση, στον πιο απόλυτο εξευτελισμό. Και μια μαύρη, ωμή, σχεδόν απωθητική σεξουαλικότητα, που όμως λειτουργούσε πολύ άμεσα σωματικά. Η σκηνή της γιορτής, όπου η γυναίκα του Βόυτσεκ χορεύει περνώντας από αγκαλιά σε αγκαλιά ήταν συγκλονιστική. Νομίζω πως χάθηκε σχεδόν η ανάμνηση της κομψής εκείνης γαλλικής παράστασης...


Τη δεύτερη παράσταση που είδα, εντελώς διαφορετικού ύφους, μου τη σύστησε μια κοπέλα που γράφει μεταξύ άλλων κριτική θεάτρου σε κάποια περιοδικά. Έτσι βρέθηκα Σάββατο βράδυ έξω από το θέατρο Μπροντγουέι. Αν κάποιος με έβγαζε μια φωτογραφία την ώρα που περίμενα στην ουρά, νομίζω πως θα πλήρωνα όσο όσο για να την καταστρέψει. Υποτίθεται πως θα έβλεπα μια παράσταση σύγχρονη, ενός νέου αργεντίνου συγγραφέα, αλλά φανταστείτε μια κατάσταση περίπου του τύπου: παράσταση που έχει γίνει επιτυχία στο θέατρο του Νέου Κόσμου ας πούμε, μεταφέρεται την επόμενη χρονιά στη δεύτερη σκηνή του θεάτρου του Σεφερλή. Μια τεράστια αφίσα με ημίγυμνες πλαστικές γκόμενες και χυδαίους τύπους δέσποζε λοιπόν στην είσοδο του θεάτρου. Κοινό φρικτό, άσχετο, που χειροκροτούσε μετά το τέλος κάθε σκηνής. Και η παράσταση, ένα διαμάντι. Μου κόστισε λίγο μέχρι να συνηθίσω το πού βρισκόμουν, τι έβλεπα και ποιοι βρίσκονταν δίπλα μου. Και δυσκολεύτηκα επίσης με τη γλώσσα, γιατί οι ηθοποιοί συχνά μιλούσαν πολλοί μαζί και σε μια γλώσσα πολύ καθημερινή με αρκετές ψιλοαργκό εκφράσεις. Το έργο χρησιμοποιεί την τεχνική του βιοδράματος και ο συγγραφέας γράφει ουσιαστικά την προσωπική του ιστορία, ανασυνθέτει το οικογενειακό μυθιστόρημα. Η ιστορία είναι λίγο πολύ η ιστορία της οικογένειας της μητέρας του, μιας οικογένειας άξεστης, μικροαστικής, λίγο περίεργης. Μια μάνα που το παίζει κομψή, καλλιεργημένη και που δέχεται ακριβά δώρα από ανώνυμους θαυμαστές, τα οποία στην πραγματικότητα της τα στέλνει ο άντρας της. Ο νεαρός γαμπρός, λίγο πιο καλλιεργημένος, λίγο πιο κυριλέ, που έρχεται να γνωρίσει τους γονείς της καλής του, και υφίσταται μια απίθανη εξομολόγηση από το μέλλοντα πεθερό του, ο οποίος στην αρχή εγκωμιάζει τη γυναίκα του και αναρωτιέται αν της αξίζει για να καταλήξει πως έχει γνωρίσει μια γκόμενα, μια απλή, λαϊκή γυναίκα και σκέφτεται να περάσει την υπόλοιπη ζωή του μαζί της. Μια αλκοολική οικογενειακή φίλη που στην πρώτη της εμφάνιση κάνει μια αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας για να καταλήξει σε μια μάλλον επιτυχημένη στο τέλος του έργου. Εξαιρετική υποκριτική που δεν χαλάρωνε ούτε στιγμή, έξυπνες δραματουργικές και σκηνοθετικές ιδέες. Το δε καταπληκτικό τέλος είναι η επανάληψη της κεντρικής σκηνής, της πρώτης εμφάνισης δηλαδή του υποψήφιου γαμπρού στο σπίτι, μόνο που όλοι πια φορούν σμόκιν και τουαλέτες, είναι κομψοί, αριστοκρατικοί, κανείς δεν ντρέπεται για κανέναν και… αυλαία. Παράσταση αστεία, συγκινητική, με αναφορές πολύ οικείες.

Τελικά, μου άρεσαν και οι δύο παραστάσεις πολύ. Ήθελα να γράψω κι άλλα απόψε, αλλά πάλι ξημερώθηκα, οπότε η συνέχεια αύριο...
ΥΓ. (την επομένη): Ξέχασα να γράψω τον τίτλο της δεύτερης παράστασης: "Ποτέ δεν ήσουν τόσο αξιολάτρευτη". Και μου άρεσε τόσο πολύ, που βρήκα αμέσως μετά την ιστοσελίδα του συγγραφέα και του έστειλα μέιλ για να του το πω και να έρθω σε επικοινωνία μαζί του, αν και φοβάμαι πως τέτοιου τύπου κείμενα, τόσο αυτοβιογραφικά, δύσκολα περνάνε σε άλλη χώρα. Πάντως είναι καλή ιδέα, να κάνει κανείς θεατρικό έργο το οικογενειακό του μυθιστόρημα. Μπορεί να έχει και κανένα άλλο ενδιαφέρον έργο.
posted by Rayuela at 3:27 π.μ.

7 Comments:

Πάντα το υποψιαζόμουν αλλά τώρα είμαι βέβαιος. Στην προηγούμενη ζωή πρέπει να ήμουν αργεντίνος. Μου αρέσει να φιλάω στο ένα μάγουλο. Στα δύο το βρίσκω υπερβολικό, τα δε τρία φιλιά δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια παρωδία της οικειότητας από ανθρώπους που φημίζονται για τον ναρκισσισμό τους.

Θα θελα να δω το κείμενο του Βόϋτσεκ. Το λέω αυτό γιατί αναρρωτιέμαι αν δίνει σαφείς οδηγίες για το ανέβασμα του έργου με τον τρόπο που εδινε, για παράδειγμα, οδηγίες ο Ίψεν. Θα είχε ενδιαφέρον αν συνέβαινε αυτό σ'ενα μάλλον ημιτελές έργο. Εξάλλου έχω την εντύπωση ότι το έργο επιγράφεται" Ημιτελής ελεγεία". Ελπίζω να μην το μπερδεύω με το "Λούλου" του Βέτενγκιτ αν κ το "Λούλου" δεν είναι καθόλου ημιτελές.

Λοιπόν, είχα δει στο Αμόρε την παράσταση του Μαργαρίτη κ από την περιγραφή σας έχει πολλά κοινά στοιχεία γιαυτό κ αναρρωτιέμαι αν ο συγγραφέας δίνει οδηγίες για το ανέβασμα του έργου.

Ο Μπρύχνερ πρέπει να είναι σαιξπηρικός, με την έννοια ότι τραβάει μέχρι υστερικής κορύφωσης τη δραματουργία των σκηνών κ όχι των πράξεων. Έχει τεράστια σημασία αυτό στο θέατρο. Αυτό το focus στις σκηνές κ όχι στις πράξεις κάνει κάποιες παραστάσεις πολύ κινηματογραφικές κ ίσως κ γιαυτό ο μέγας Βάρδος ευτύχησε στον κινηματογράφο αντίθετα από τους αρχαίους ημών που κορύφωναν στις πράξεις κ όχι στις σκηνές κ αυτό στον κινηματογράφο μένει κάπως κουτσό.

Η παράσταση του Μαργαρίτη έδινε την εντύπωση της παρωδίας καμπαρέ με την έννοια του γκροτέσκο.

Για να μην παρεξηγηθώ, να διευκρινίσω ότι θεωρώ το γερμανικό καμπαρέ ως την πιο σοβαρή επί σκηνής δημιουργία, δηλαδή δεν ξέρω γιατί ασχολούμαστε με το γερμανικό θέατρο όταν κ αυτό το ίδιο συχνά, να μην πω πάντα, αντλεί εκφραστικά μέσα από τα καμπαρέ.

Σχεδόν πάντα, τουλάχιστον στην Ελλάδα ανεβάζουμε γερμανικό θέατρο μετατρέποντας τη σκηνή σε καμπαρέ, του κώλου βέβαια ( κ μετά συγχωρήσεως) γιατί καφενόβειος, μεσογειακός Έλληνας δεν μπορει να ταυτιστεί με το Καμπαρέ κ αισθάνεται ότι έχει πάει στη Ντίσνευλαντ παρέα με τον σκηνοθέτη που τον ξεναγεί.

Τί έλεγα; Ναι για το γερμανικό θέατρο. Ζει κάποιος μια χαρά χωρίς να έχει δει γερμανικό θέατρο, ενώ δεν ζει ( λέμε τώρα) αν δεν έχει δει αγγλικό. Αφού οι Γερμανοί ξέρουν τον καλύτερο τρόπο να λύνουν τα υπαρξιακά τους (με το να βουτάνε μια ολόκληρο ήπειρο στο αίμα ας πούμε) τί τα θέλουν τα θέατρα; Αυτή η αέναη πάλη με το ζωώδες, ξέρω εγώ;

Πώς το είπε ο κ. Κουκουζέλης κάποτε; Αν είχα όλο το χρόνο θα μου άρεσαν τελικά όλες οι γυναίκες κ μάλλον δεν θα χανα κ παράσταση γερμανού συγγραφέα. Ο,τι είδαμε από αυτούς, είδαμε.Τώρα μόνο καμπαρέ που σε αυτό είναι κορυφαίοι αλλά κ αυτό έχει να κάνει με το ζωώδες αλλά με την καλή έννοια...

5:52 π.μ.  

Μωρέ ζει κανείς χωρίς αγγλικό θέατρο μια χαρά...

Από γερμανικό, συγνώμη δηλαδή αλλά ο Μπρεχτ τι είναι; Όλα κι όλα, εγώ τον λατρεύω, και την Όπερα της Πεντάρας την έχω δει πολλάκις.

Rayuela, μ'άρεσε πολύ που αποφάσισες μέσα στο κείμενο αν τελικά σου άρεσαν οι παραστάσεις, είναι κάτι που το παθαίνω συχνά, είμαι αναποφάσιστη μέχρι να βάλω τις σκέψεις μου στη σειρά... γιατί αυτό που έζησα με αναστάτωσε πολύ. Και σε περισσότερες :)

7:14 π.μ.  

Αθήναιε, ως προς το ανολοκλήρωτον έχετε απόλυτο δίκιο, ως προς το ελεγεία, νομίζω πως όχι. Το κείμενο του Βόυτσεκ στα γερμανικά μπορείτε να το βρείτε στο Gutemberg project. Εγώ δεν καταλαβαίνω γρυ από τη συγκεκριμένη γλώσσα, οι οδηγίες όμως μου φαίνονται απολύτως στοιχειώδεις. Αυτό που είδα εγώ, ήταν τσίρκο περισσότερο παρά καμπαρέ. Ως μιούζικαλ, το έχει ανεβάσει ο Μπομπ Ουίλσον σε μουσική του Τομ Γουέιτς.
Τα τρία γαλλικά φιλιά είναι πράγματι αηδία... δεν θα διαφωνήσω. Το ένα εδώ είναι, υποθέτω, οικονομία, αν σκεφτείτε ότι όλοι φιλιούνται. Σύσταση και φιλί. Και το αγγλικό και το γερμανικό θέατρο είναι εξαιρετικά, αν και τώρα οι μεν το έχουν ρίξει στο σκληρό ρεαλισμό και οι δε στον ανασκολοπισμό κλασικών κειμένων, ενίοτε και στις δύο περιπτώσεις με καλά αποτελέσματα. Δεν ξέρω, είδε κανείς σας τις παραστάσεις του Όστερμάγιερ στην Αθήνα;
Id, δεν αποφάσισα ακριβώς γράφοντας, απλώς θεώρησα ότι η αρχική μου αμηχανία ήταν κάτι εξίσου ενδιαφέρον με τις παραστάσεις. Και στις δύο ωστόσο αποφάσισα εντελώς σωματικά, στον Βόυτσεκ το σημείο της απόφασης βρισκόταν χαμηλά στην κοιλιά, ξαφνικά ένιωσα ότι όλη η παράσταση περνούσε μέσα μου. Στο δεύτερο, μετά από πολύ γέλιο, στην τελευταία σκηνή μού ήρθαν δάκρυα στα μάτια, εντάξει, είμαι και εύκολη στα κλάματα. Όταν έβαλα τις σκέψεις μου στη σειρά, είναι αλήθεια πως έβγαλα πιο σοβαρά συμπεράσματα.

2:43 μ.μ.  

Εκτός από τον Tom Waits και την όπερα του Alban Berg, μουσική για τον Βόυτσεκ έχει γράψει και ο Nick Cave, για τις ανάγκες ισλανδικής παράστασης. Αυτά πληροφοριακά...

3:20 μ.μ.  

Αυτό η αίσθηση "τσίρκου" που αποκομίσατε είναι θεατρικό είδος κ λέγεται "κλουνερί". Ήθελα να το γράψω κ στο προηγούμενο σχόλιό μου αλλά δεν θυμόμουν τον όρο. Άτιμο έμενταλ!

3:37 μ.μ.  

Κάποια στιγμή γράψτε κ κάτι για το κόστος ζωής.

4:26 π.μ.  

Αθήναιε, έχετε δίκιο και για την "κλουνερί" και για το κόστος ζωής. Το δε δεύτερο το σκέφτομαι συνέχεια, αλλά δεν το κάνω και μάλλον φταίνε οι τύψεις μου... Δηλαδή το γεγονός ότι απολαμβάνω πολύ φτηνά αγαθά σε μια χώρα που προέρχεται από μια σχετικά πρόσφατη καταστροφή... Υπόσχομαι λοιπόν ότι εκτός από άλλες λιχουδιές, συντόμως θα σας προσφέρω και ολίγον τάνγκο και ολίγον κόστος ζωής... Κατά τα άλλα, αν και η μνήμη μου λειτουργεί υπερβολικά καλά, περισσότερο απ' ό,τι θα ήθελα ενίοτε, εγώ δηλώνω εμενταλίστρια. Αλλά μπορείτε να κρατήσετε την κατάληξη και να αντικαταστήσετε το θέμα με διάφορα άλλα τυριά, με ή χωρίς τρύπες...

5:13 π.μ.  

Δημοσίευση σχολίου

<< Home