el arte de la fuga

31.8.06

Ημερολόγιο – Μέρος 1ο (ο χρόνος πάει προς τα πίσω)


25 Αυγούστου

Η κρίση έστω και υπογείως συνεχίζεται. Στο ταξίδι στην Ουρουγουάη, διαβάζω ένα βιβλίο του Σέσαρ Άιρα, με τον απίστευτο τίτλο Η μοδίστρα και ο άνεμος. Εκεί ο Άιρα φτιάχνει μια απίστευτη, εντελώς παλαβή ιστορία από το τίποτα. Ξεκινά γράφοντας πως από καιρό ήθελε να γράψει ένα μυθιστόρημα με αυτόν τον τίτλο και δεν του έβγαινε τίποτα, και μετά αρχίζει να φτιάχνει την ιστορία του σαν περίτεχνο πιάτο που μαγειρεύεται χωρίς καθόλου υλικά. Ξαφνικά, σε μια διακοπή της ιστορίας, μας μεταφέρει στο Παρίσι όπου βρίσκεται και αναρωτιέται αν αυτός που ταξιδεύει κουβαλάει μαζί του τη ζωή του. Αυτό ακριβώς αναρωτιόμουν κι εγώ πριν από μερικές μέρες. Νομίζω ότι γίνεται ένα είδος διχασμού. Αυτός που ταξιδεύει αφήνει πίσω του τη ζωή του, αυτό που αποκαλεί ζωή του, στάσιμη, να τον περιμένει. Και ζει μια καινούργια ζωή-βρέφος στο μέρος στο οποίο βρίσκεται. Έτσι κι εγώ ζω εδώ μια ζωή τριών μηνών που θα φτάσει μέχρι τους τέσσερις και μετά θα τελειώσει, αφήνοντας ποιος ξέρει ποια ίχνη.

23 Αυγούστου

Στο ξενοδοχείο πληρώσαμε και αφήσαμε το σακ βουαγιάζ στη ρεσεψιόν. Είναι φρικτό, από αυτά που θέλουνε να εμφανίζονται ως αξιοπρεπή και είναι χειρότερα, πιο μίζερα, κι από τις πιο δύστυχες πανσιόν. Ακόμα και αν μέναμε, θα αλλάζαμε ξενοδοχείο. Στην ηλικία μας, δεν τα αντέχουμε πια αυτά. Ποτέ δεν τα αντέχαμε. Όταν ήμασταν πιο μικροί, πηγαίναμε στις δύστυχες πανσιόν, τώρα θέλουμε κάποια στοιχειώδη άνεση. Αλλά ποτέ αυτή τη μιζέρια.
Κάνουμε έναν τεράστιο περίπατο στην παραλία του Μοντεβιδέο. Η μέρα είναι ηλιόλουστη, πολύς κόσμος κάνει τζόγκινγκ κατά μήκος της παραλίας. Άλλοι κάθονται και πίνουν μάτε διαβάζοντας ή κουβεντιάζοντας με φίλους. Εδώ ο κόσμος πίνει πολύ περισσότερο μάτε, τους βλέπεις στους δρόμους, στα παγκάκια, έναν έναν ή περισσότερους μαζί με το θερμός ανά χείρας. Στην Αργεντινή το σνομπάρουν λίγο, σπάνια θα τους δεις να το κάνουνε δημόσια, στα σπίτια τους όμως πίνουν, μάλλον τους φαίνεται μια τοπική, σχεδόν φολκλόρ συνήθεια, και ντρέπονται. Όταν γυρίσω θα συνεχίσω να πίνω μάτε. Στην Αθήνα το βρίσκεις σε διάφορα κολωνακιώτικα καφεκοπτεία, αλλά και στα μαγαζιά των Συριολιβανέζων. Αυτοί είναι οι τρίτοι στον κόσμο σε κατανάλωση μάτε. Κύριος οίδε πώς έφτασε ως εκεί. Στο Fat boy, το αραβικό φαστφουντάδικο της Χαλκοκονδύλη, όπου πηγαίνω συχνά για να φάω ένα φελάφελ στα γρήγορα, πουλάνε μάτε μάρκας Cruz de Malta, που εδώ το θεωρούνε από τα καλύτερα.
Η βόλτα είναι υπέροχη, καταλήγουμε στο λιμάνι των ψαράδων, κι αφού απορρίπτουμε το εστιατόριο του ιστιοπλοϊκού ομίλου, κυριλίκι της δεκαετίας του ’70, για να κόβεις φλέβες, καταλήγουμε σε ένα εστιατόριο σχεδόν καντίνα όπου τρώμε υπέροχα τηγανητά καλαμαράκια και γαρίδες με σάλτσα ντομάτα, πίνουμε μπύρα και συνεχίζουμε να γελάμε, πολύ.

22 Αυγούστου

Με τον αδελφό φεύγουμε σήμερα για Ουρουγουάη. Πηγαίνουμε με το πλοίο στο Μοντεβιδέο. Το ταξίδι μοιάζει περισσότερο σαν ταξίδι στο χρόνο. Σαν να έχουμε μεταφερθεί τριάντα χρόνια πίσω. Η αρχιτεκτονική, οι άνθρωποι, οι ρυθμοί, το ντύσιμο, τα μαγαζιά, όλα είναι άλλης εποχής. Στην τράπεζα δεν καταφέρνω να βγάλω χρήματα, λογικό σκέφτομαι, πριν από τριάντα χρόνια, δεν είχα ακόμα καταθέσεις, ήμουν εννιά χρονών, ούτε και οι τράπεζες έδιναν τέτοιες δυνατότητες, η παγκοσμιοποίηση δεν υπήρχε ούτε σαν λέξη. Μπαίνουμε στη Σίτιμπανκ και μιλάμε με μια υπάλληλο, παίρνει το διαβατήριό μου, το βγάζει φωτοτυπία, και επιστρέφει λέγοντάς μου ότι δεν μπορεί να κάνει τίποτα. Μα ήταν προφανές ότι δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτα. Με τον αδελφό μας πιάνουν τα γέλια, γελάμε μέχρι δακρύων, σχολιάζοντας (ούτε και πού θυμάμαι πια τι ακριβώς) και η υπάλληλος μας βρίσκει έτσι όταν επιστρέφει με το διαβατήριο. Φοβάμαι ωστόσο μήπως συμβαίνει κάτι με την κάρτα, έτσι αποφασίζουμε να επιστρέψουμε εσπευσμένα στο Μπουένος Άιρες και στο 2006. Στην Ουρουγουάη, όπως και στη Βραζιλία, απαγορεύεται στους περισσότερους δημόσιους χώρους το κάπνισμα. Στο Μπουένος Άιρες αυτό θα γίνει από τον Οκτώβριο. Στο ίντερνετ διάβασα πως το ίδιο θα γίνει και στη Γαλλία. Με εκνευρίζει όλη αυτή η αντικαπνιστική υστερία. Ας χωρίσουν τον κόσμο σε χώρους καπνιστών και μη καπνιστών, αλλά να μη μας βάλουν όπως συνηθίζουν στα αεροδρόμια σε γυάλινα κουτιά, να μας κοιτάζουν όπως τις μαϊμούδες. Όταν το κάνουνε κι αυτό δηλαδή.

19 Αυγούστου

Αρχίζω να μεταφράζω τις «Μελέτες περί έρωτος/αγάπης» του Ορτέγκα υ Γκασσέτ. Πρώτη φορά σιχτιρίζω τόσο πολύ για τη φαεινή ιδέα της ελληνικής γλώσσας να έχει δύο λέξεις διαφορετικές για την αγάπη και τον έρωτα. Το πρόβλημα στη μετάφραση αποδεικνύεται δομικό. Εκεί που ο άλλος περνάει γλιστρώντας σαν το ψάρι από τη μια έννοια στην άλλη, εσύ κάθεσαι με το στυλό ανάμεσα στα δόντια (παρωχημένη εικόνα από την εποχή που γράφαμε με το χέρι) και βρίζεις διότι για σένα το πέρασμα είναι δυσκολότερο και από το πέρασμα της καμήλου από την τρύπα της βελόνας. Merdes!


17 Αυγούστου

Μου λείπουν οι φίλοι μου. Μου λείπει αυτή η δυνατότητα που έχεις να δημιουργείς φίλους όταν μιλάς την ίδια γλώσσα, όταν έχεις πίσω σου ένα κατά το μάλλον ή ήττον κοινό παρελθόν. Όταν για να γνωρίσεις τον άλλο, δεν χρειάζεται να ξεκινήσεις την κουβέντα από το μηδέν, όταν υπάρχουν πολλά πράγματα εκ των προτέρων οικεία και στους δύο. Επιπλέον, όταν μιλάς μια ξένη γλώσσα, όσο καλά κι αν το κάνεις, σου λείπει η συναισθηματική φόρτιση που έχουν οι λέξεις στη δική σου γλώσσα, ο τρόπος που συντάσσει το λόγο το συναίσθημα.
Αλλά μου αρέσει που είμαι εδώ, παρά την κρίση και ίσως κι εξαιτίας της κρίσης. Το μυαλό δουλεύει αλλιώς, σε μεγάλες ταχύτητες, και συγκεντρώνεται καλύτερα. Οι άνθρωποι είναι πολύ καινούργιοι, τους παρατηρείς με άλλον τρόπο.
Εδώ συνειδητοποιώ περισσότερο από ποτέ την ηλικία μου, λόγω του ταξιδιού βασικά. Θα ήθελα να έχω έρθει πριν από δέκα χρόνια.

14 Αυγούστου

Το πρώτο βράδυ που βγαίνουμε με τον αδελφό στο νυχτερινό Μπουένος Άιρες γνωρίζουμε την Χάιντι και τον Ρος. Είναι αμερικάνοι. Η Χάιντι είναι καμιά σαρανταπενταριά χρονών, καθηγήτρια κοινωνιολογίας, ο Ρος είναι ο δεκαοχτάχρονος ανιψιός της. Το ταξίδι είναι το δώρο για τα γενέθλιά του. Είναι ό,τι αντίθετο από την τυπική εικόνα που έχουμε για τους Αμερικάνους, σιχαίνονται τον Μπους, είναι ανοιχτοί, έχουν ενδιαφέρουσες απόψεις. Ο μικρός ετοιμάζεται για σπουδές Λογοτεχνίας, καπνίζει πολύ, ακούει ενδιαφέρουσα μουσική, με τον αδελφό ανταλλάσουν απόψεις για συγκροτήματα, με εμένα μιλάει με ενθουσιασμό για συγγραφείς, φοράει γυαλάκια και ονειρεύεται να γίνει συγγραφέας. Η Χάιντι τον καμαρώνει στα κρυφά. Αύριο το μεσημέρι, θα φάμε σε ένα τρομερό εστιατόριο, κρυφό για τους τουρίστες, βρίσκεται στον 19 όροφο ενός κτιρίου, χωρίς καμιά ιδιαίτερη σήμανση, και από τις τζαμαρίες του βλέπεις ένα μεγάλο κομμάτι της πόλης και το ποτάμι. Μετά θα τους αποχαιρετήσουμε, μιας και το δικό τους ταξίδι τελειώνει.

13 Αυγούστου

Ο αδελφούλης μου έφτασε το πρωί. Το τάιμινγκ σωστό. Εγώ ετοιμάζομαι να περάσω την κρίση του ταξιδιού. Σχεδόν δυόμισι μήνες εδώ, ξαφνικά αρχίζω να αναρωτιέμαι για όλα. Ποια είμαι εγώ και πού πάω, τι κάνω στη ζωή μου, γιατί βρίσκομαι εδώ, γιατί γράφω αυτό το μπλογκ; Τι θα κάνω όταν επιστρέψω στην Αθήνα; Μαζί του η κρίση θα μείνει λίγα εκατοστά κάτω απ’ την επιφάνεια, θα καλυφθεί με βόλτες, εκ νέου επισκέψεις σε μουσεία, δείπνα σε όμορφα εστιατόρια και νυχτερινή ζωή. Έχουμε πάρα πολύ καιρό να βρεθούμε τόσες πολλές μέρες μαζί. Χαίρομαι που ήρθε.
posted by Rayuela at 3:09 μ.μ.

0 Comments:

Δημοσίευση σχολίου

<< Home