el arte de la fuga

28.6.06

Microficción, megaficción, metaficción (2)


Πρόλογος: Έβαλα προχτές αυτόν τον τίτλο στο προηγούμενο ποστ, που τελικά έμεινε εντελώς μετέωρος… μιας και δεν πρόλαβα να τον εξηγήσω. (Πρέπει να ομολογήσω πως σ’ αυτό το μπλογκ αποκαλύπτω τη χειρότερη πλευρά του χαρακτήρα μου, αθετώ υποσχέσεις, αφήνω πράγματα μετέωρα, εν γένει πάντως δεν είμαι τόσο αναξιόπιστη…) Κι ενώ έλεγα πως θα συνεχίσω την ίδια μέρα δίνοντας τις απαραίτητες εξηγήσεις και συνεχίζοντας τα νέα μου, πρώτα κατέρρευσα μετά το τρομερό ξενύχτι, την επομένη ξύπνησα στα μαύρα μου τα χάλια χωρίς κανένα κέφι, διέπραξα τη μια αφηρημάδα μετά την άλλη αδεξιότητα, και προφανώς καμία διάθεση δεν είχα να σας γράφω περί microficción και megaficción. Τώρα λέω να το κάνω, κυρίως γιατί αισθάνομαι υπόλογη. Λοιπόν, οι αφορμές για τον τίτλο ήταν τρεις τουλάχιστον, και αρχίζω την απαρίθμηση. Πρώτον, την περασμένη εβδομάδα παρακολούθησα μια συνάντηση με θέμα τη microficción, δηλαδή την μικρομυθοπλασία, ή sudden fiction, όπως έμαθα πως λέγεται στα αγγλικά. Η συνάντηση ήταν διεθνής αν και εντός του ισπανόφωνου κόσμου, με εκπροσώπους από την Αργεντινή (εννοείται), το Μεξικό, την Ισπανία, την Βενεζουέλα, τη Χιλή, την Κολομβία κτλ. Έγιναν αναγνώσεις, θεωρητικές τοποθετήσεις, παρουσιάστηκαν βιβλία και άλλα τέτοια. Η δεύτερη αφορμή ήταν η γνωριμία μου με τον Ρικάρντο Πίλια, έναν αργεντίνο συγγραφέα του οποίου έχω μεταφράσει δύο βιβλία στα ελληνικά και ο οποίος θέτει και στα δύο με επιμονή το ερώτημα: Πώς μπορούμε να αφηγηθούμε τα πραγματικά γεγονότα. Με τον τρόπο του το απαντά κιόλας. Και η τρίτη, η ανάγνωση πολλών διαδικτυακών ημερολογίων, κοινώς μπλογκ, τα οποία πολύ συχνά αποτελούν δείγματα αυτού του είδους της μικρομυθοπλασίας, άλλοτε καλά και άλλοτε κακά δείγματα. Ένα τέταρτο στοιχείο που προσετέθη στα παραπάνω είναι η δική μου αγάπη στις μεγάλες μυθοπλασίες, στα μυθιστορήματα-ποταμούς, εν γένει στις μεγάλες και φιλόδοξες κατασκευές. Τώρα πάλι που τα βλέπω όλα αυτά, σκέφτομαι πως αν αρχίσω να γράφω θα γεμίσω ένα σκασμό σελίδες, τις οποίες δεν θα διαβάσει κανείς, δηλαδή μπορώ να σκεφτώ μόνο έναν αναγνώστη, που θα αντέξει να τα διαβάσει όλα αυτά, αλλά αν είναι για έναν, του τα γράφω και σε προσωπική επιστολή, προς τι να εκτιθέμεθα; Τέλος πάντων, θα πω επιγραμματικά τις σκέψεις μου.

(Μετα-) Ένα: Στην περίφημη συνάντηση οι συμμετέχοντες υποστήριξαν πως η μικρομυθοπλασία είναι η λογοτεχνία του 21ου αιώνα, μάλιστα θεώρησαν πως ο σύγχρονος τρόπος ζωής και το διαδίκτυο ενισχύουν την επικράτησή της. Δύο: Εμένα αυτό μου φαίνεται μια κουταμάρα, παρ’ όλο που στα διαδικτυακά ημερολόγια συναντά κανείς πολλές προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση. Τρία: η μικρομυθοπλασία όσο κι αν έχει προσφέρει εξαίρετα δείγματα γραφής, πολύ συχνά δεν αποφεύγει το διδακτισμό (βλ. τα κειμενάκια του Κοέλιο που βάζουν κάθε Σάββατο στον Ταχυδρόμο, έτσι για να μας ανακατεύουν τα άντερα μεσημεριάτικα), τη μελούρα, τον δωρεάν σουρεαλισμό (μεταξύ των συγγραφέων που διάβασαν στη συνάντηση, ήταν κι ένας που διάβαζε με πολύ πάθος και θεατρικότητα κάτι μικρά κειμενάκια με πράσινα άλογα, ραπτομηχανές, ομπρέλες και χειρουργικά τραπέζια, ή τέλος πάντων άλλα παρόμοια), την προχειρότητα και την κοινοτοπία. Τέσσερα: όσο πιο μικρό είναι το κείμενο, νομίζω εγώ, τόσο πιο αυστηροί είναι οι κανόνες σύνθεσής του, όταν μιλάμε για λογοτεχνία τουλάχιστον. Τα σύντομα αφηγήματα μου φαίνεται πως έχουν απ’ το συγγραφέα τους τις ίδιες απαιτήσεις με τα ποιήματα. Αλλιώς απλώς σαχλαμαρίζουν. Πέντε: τα μπλογκ δεν είναι κατά τη γνώμη μου λογοτεχνία. Γι’ αυτό κι αυτά που μου αρέσει να διαβάζω είναι εκείνα που είτε σχολιάζουν με πνεύμα την επικαιρότητα (πολιτική, καλλιτεχνική, κοινωνική, γιατί όχι και αθλητική;) είτε αυτά που στο επίπεδο του προσωπικού αφηγούνται ιστορίες έτσι όπως θα τις λέγαμε σ’ ένα φίλο, σ’ έναν προσωρινό συγκάτοικο ενός ξενοδοχείου, σε έναν συνταξιδιώτη στο κουπέ ενός τρένου. Μελούρες και λογοτεχνικούρες βαριέμαι να διαβάζω, και γενικώς με κάνουν να αισθάνομαι πως συμμετέχω σε ένα reality show με θέμα ποιος θα γίνει συγγραφέας. Έξι: έχω μεγάλη εμπιστοσύνη στους εκδοτικούς μηχανισμούς της καπιταλιστικής κοινωνίας μας και πιστεύω πως όποιος γράφει καλά και δουλεύει με προσήλωση, ουδόλως θα δυσκολευτεί να βρει εκδότη αν το επιθυμήσει. Αντιθέτως, έχω μικρότερη εμπιστοσύνη στους φορείς της πληροφόρησης και της κριτικής, οπότε βρίσκω ενδιαφέροντες τους μπλόγκερ που έχουν να μου μάθουν κάτι ή να μου προσφέρουν τη δική τους ματιά πάνω στα τεκταινόμενα. Επίσης μου αρέσουν όσοι διηγούνται ιστορίες από τη ζωή τους, όταν βέβαια το κάνουνε με στυλ, όπως θα μου τις διηγούνταν εάν ήθελαν να με γοητεύσουν σε κάποιο νυχτερινό μπαρ. Επτά: Πώς μπορούμε να διηγηθούμε εντέλει τα πραγματικά γεγονότα, αν και εμένα μου αρέσει να τρώω το άρθρο, και να λέω «πώς μπορούμε να αφηγηθούμε πραγματικά γεγονότα»; Με τα εργαλεία της λογοτεχνίας, απαντά ο Πίλια, και φτιάχνει μια ολόκληρη λογοτεχνία από πλάγιους λόγους. Δεν ξέρω πόσο κατανοητό είναι αυτό, θέλω να πω πως εναλλάσσει διάφορες μορφές λόγου και αφηγηματικές φωνές, εσωτερικό μονόλογο, ημερολόγια, επιστολές, διάλογο, δημοσιογραφική γλώσσα, ότι ακόμα κι η φαινομενικά αθώα αφήγηση δεν είναι τόσο αθώα, γιατί πάντα είναι η αφήγηση κάποιου από τους ήρωές του. Όλο αυτό που ίσως έτσι ξεκάρφωτο ακούγεται αυτονόητο, γίνεται με τόση συνέπεια και τόσο συνειδητά που δίνει ένα πολύ ιδιαίτερο αποτέλεσμα. Δεν είναι ο πρώτος ούτε ο μόνος που το κάνει, εννοείται, απλώς με τον τρόπο του το δηλώνει κιόλας, το θέμα του εντέλει είναι ακριβώς αυτό. Πολύ ωραία σχολιάζει αυτό το ζήτημα και ο Μωπασσάν στο παρακάτω απόσπασμα: Να δίνεις την εντύπωση του αληθινού σημαίνει να δημιουργείς μια πλήρη ψευδαίσθηση του αληθινού, ακολουθώντας τη συνήθη λογική των γεγονότων, και όχι να τα μεταγράφεις δουλικά στο συνονθύλευμα της διαδοχής τους. Καταλήγω λοιπόν στο συμπέρασμα ότι οι ταλαντούχοι Ρεαλιστές θα έπρεπε μάλλον να αποκαλούνται ψευδαισθησιαστές […] Καθένας από μας δημιουργεί λοιπόν για λογαριασμό του μια ψευδαίσθηση του κόσμου, ψευδαίσθηση ποιητική, συναισθηματική, χαρούμενη, μελαγχολική, βρώμικη ή πένθιμη, ανάλογα με τη φύση του. Και η μοναδική αποστολή του συγγραφέα είναι να αναπαράγει πιστά αυτή την ψευδαίσθηση με όλες τις καλλιτεχνικές διεργασίες που έχει μάθει και τις οποίες έχει στη διάθεσή του.
Χριστέ μου, νομίζω πως έχω γίνει αφορήτως πληκτική, και θα σταματήσω εδώ, παρ’ όλο που δεν έχω γράψει ούτε τα μισά απ’ αυτά που σκεφτόμουν όλες αυτές τις μέρες. Συγγνώμη σε όσους βαρέθηκαν αφόρητα... δεν θα το ξανακάνω...
posted by Rayuela at 8:33 μ.μ.

6 Comments:

Ααα, πόσο συμφωνώ μαζί σου. Όμορφη λέξη η μικρομυθοπλασία, αλλά στην πράξη αφήνει πολλά περιθώρια για βερμπαλισμούς (ναι, κι ας ακούγεται οξύμωρο) και τραβά πολλούς που βαριούνται να κάτσουν να γράψουν 300, 400 σελίδες. Δεν μπορώ να φανταστώ τι κόσμος θα είναι αυτός που θα αντικαταστήσει τη μυθοπλασία με τη μικρομυθοπλασία. Δεν μπορεί να εξελίσσεται η τέχνη κατά τη λογική του φαστ-φουντ (όλοι πια ξέρουμε τι αποτελέσματα είχε αυτό για την υγεία.) Για όλα υπάρχει χώρος σαφώς.

9:46 μ.μ.  

O πιο σημαντικός κίνδυνος της μικρομυθοπλασίας είναι ότι εύκολα μπορείς να πέσεις στη μανιέρα κ από μια στιγμή κ μετά όλα τα κείμενα να βγαίνουν ίδια.

6:30 π.μ.  

Προς Αθήναιον: αναρωτιέμαι αν μου εκμυστηρεύεστε μύχιες αγωνίες ή αν πρόκειται για κάποιου είδους κριτική. Ωστόσο συμφωνώ μόνο εν μέρει μαζί σας, στη λογοτεχνία υπάρχει αυτό που λέμε ύφος και μπορώ να σκεφτώ πολλούς μεγάλους συγγραφείς που τα κείμενά τους μοιάζουν πολύ μεταξύ τους, πρόχειρο παράδειγμα ο Μπέκετ. Μανιέρα πάλι θα έλεγα το κενό νοήματος ύφος, το ύφος που είναι σκέτο κάμωμα, χωρίς περιεχόμενο. Αλλά καλύτερα να μην μπλέξουμε σε συζητήσεις ούτε περί μορφής και περιεχομένου ούτε περί του μεγαλύτερου κινδύνου που απειλεί τη μυθοπλασία. Θα πρέπει να συζητάμε για μέρες...

5:36 μ.μ.  

Προς Αθήναιον: Τώρα βλέπω ότι εσείς μιλούσατε για μικρομυθοπλασία, κι εγώ για άγνωστους λόγους (στον ψυχαναλυτή! στον ψυχαναλυτή!) διάβασα μυθοπλασία. Ωστόσο, αν και τώρα συμφωνώ περισσότερο μαζί σας, πάλι πιστεύω πως άλλο είναι το σημαντικότερο ζήτημα.

6:21 μ.μ.  

Είναι η δεύτερη φορά από το πρωί που έρχομαι φουριόζος για να γράψω κάτι υπερβολικά έξυπνο αλλά στο μεταξύ το...ξεχνάω.
Ίσως χρειάζομαι λίγη σιέστα.

10:32 π.μ.  

Εγώ πάντως διαβάζω με τεράστιο ενδιαφέρον, και χαίρομαι ιδιαίτερα τα πολυθεματικά κ μακροσκελή ποστ. Α, και μου έχεις ανάψει φωτιές για Αργεντινή...

10:02 π.μ.  

Δημοσίευση σχολίου

<< Home